Ο Χρυσοβαλάντης συμμετέχει στην παράσταση «Πτήση/Κόσοβο» του Γιετόν Νεζίραϊ σε σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι στο Θέατρο Noūs. Ένα έργο γεμάτο πολιτικά και καλλιτεχνικά νοήματα.
Χρυσοβαλάντη, πες μας λίγα λόγια για την παράσταση “Πτήση / Κόσοβο”. Τι σoυ κέντρισε το ενδιαφέρον σε αυτό το έργο;
Το θεατρικό έργο «Πτήση Κόσοβο» είναι ένα σχετικά καινούριο έργο. Γράφτηκε από τον Γιετόν Νεζίραϊ το 2012 και μιλάει για τον παραλογισμό της πολιτικής προκειμένου αυτή να χειραγωγήσει τον λαό, ώστε να ισχυροποηθεί η ίδια και οι φορείς της εξουσίας της. Το πολύ ενδιαφέρον για ‘μενα είναι ότι ο συγγραφέας αντικαθιστά την κοινωνία του Κοσόβου, με το Εθνικό θέατρο του Κοσόβου, το οποίο βάλλεται από την λογοκρισιά για να γίνει αρεστό στους «προστάτες» της χώρας κι έτσι μικραίνοντας το πλαίσιο, οι δυνάμεις της συντήρησης, της προπαγάνδας, της συσκότισης και του οργανωμένου εγκλήματος συμπιέζονται και παράγουν ένα πιο εκρηκτικό αποτέλεσμα στη σκηνή του θεάτρου. Ακριβώς σε αυτήν την εκρηκτικότητα στηρίζεται και η σκηνοθεσία της παράστασης από τον Ένε Φεζολλάρι.
Ο ρόλος σου μέσα στο έργο είναι ιδιαίτερος – ένας ηθοποιός που παίζει έναν ηθοποιό μέσα σε μια παράσταση. Πώς ήταν αυτή η “διπλή” πρόκληση για σένα;
Είναι ένας πολύ απαιτητικός ρόλος σε μια κωμωδία με ξέφρενους ρυθμούς, που απαιτεί μεγάλη συγκέντρωση κι ενδυναμώνει τα αντανακλαστικά μου. Οι θερμοκρασίες είναι υψηλές στη σκηνή κι αυτό θεωρώ ότι θα αρέσει στο κοινό. Κάθε ρόλος είναι μια πρόκληση και αυτή είναι η ομορφιά της δουλειάς μας. Κάθε φορά δουλεύεις με διαφορετικά εργαλεία για να αντεπεξέλθεις στην πρόκληση.
Το έργο φλερτάρει με την πολιτική σάτιρα αλλά και με έννοιες, όπως η ελευθερία και η ταυτότητα. Εσύ, πώς βίωσες το ταξίδι μέσα σε αυτό το πολυεπίπεδο κείμενο;
Στην αρχική φάση των προβών συζητήσαμε πολύ για την ελευθερία της τέχνης, την πολιτική ορθότητα, τις επιλογές που έχει ένας άνθρωπος μέσα στον σημερινό παγκοσμιοποιημένο κόσμο και αν τις έχει πραγματικά αυτές τις επιλογές, για την εθνική ταυτότητα, τα ανθρώπινα δικαιώματα και για άλλες παρόμοιες θεματικές που απασχολούν τον συγγραφέα Γιετόν Νεζίραϊ, σε αυτό αλλά και σε άλλα έργα του. Οι συζητήσεις υπήρξαν πολύ γόνιμες και ανατροφοδότησαν τη φαντασία όλων των ηθοποιών, αλλά και τη γνώση γύρω από τα ιστορικά γεγονότα που συνδέονται με τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας αλλά και το παρασκήνιο γύρω από την αναγνώριση του Κοσόβου ως ανεξάρτητου κράτους. Στο σημείο αυτό να ευχαριστήσω την σύμβουλο δραματουργίας της παράστασής μας Ναταλί Μηνιώτη, την μεταφράστρια του έργου Ελεάνα Ζιάκου και τον σκηνοθέτη μας Ένκε Φεζολλάρι, γιατί με τις πληροφορίες και τα γεγονότα που μας ανέφεραν, μας βοήθησαν να ανακαλύψουμε έναν κόσμο σε χώρες που αν και βρίσκονται κοντά μας, είναι σχεδόν άγνωστος κόσμος για εμάς. Τουλάχιστον για εμένα έτσι ήταν, οπότε βίωσα αυτό το ταξίδι σαν να γνωρίζω έναν καινούργιο γείτονα από την Αλβανία, το Κόσοβο, το Βελιγάδι ή την Βόρεια Μακεδονία.
Υπάρχει κάποιο σημείο στην παράσταση που σε συγκινεί περισσότερο κάθε φορά που παίζεις;
Ναί. Σε κάποια στιγμή ο ηρωάς μου, ο Ντίλο, ένας κυνικός, πεσιμιστής, ευερέθιστος, με μια λαϊκή απλότητα, ηθοποιός του Εθνικου θεάτρου του Κοσόβου, λέει στους άλλους ήρωες του έργου: «Ψέμματα λένε,το καταλαβαίνεις πως λένε ψέμματα, αλλά και πάλι θες να πιστέψεις πως δε λένε». Αναφέρεται στα λόγια και στα ψέμματα που τους έχει πει πριν λίγο ο γραμματέας της κυβέρνησης (εξαιρετικός ο Κυριάκος Κοσμίδης στον ρόλο) , ώστε να τους τονώσει το ηθικό και να δεχτούν την λογοκρισία της παράστασης που ετοιμάζουν για να γιορτάσουν όλοι την ανακήρυξη της ανεξαρτησίας της χώρας, σαν μια επένδυση σε ενα καλύτερο μέλλον για τη χώρα. Βλέπω σε αυτά τα λόγια τον παράλληλο κόσμο στον οποίο οι πολιτικοί στην χώρα μας προσπαθούν να μας πείσουν ότι ζούμε. Ένας κόσμος όπου όλα βελτιώνονται, αλλά κυρίως για αυτούς τους ίδιους και τους πέριξ αυτών.
Πόσο επίκαιρο θεωρείς ότι είναι το μήνυμα της παράστασης σήμερα, ειδικά στα “δικά μας” Βαλκάνια;
Ο κόσμος αλλάζει. Κυρίως αλλάζει άσχημα. Ήρθε ο καιρός να αγωνιστούμε και πάλι για τα αυτονόητα. Εργατικά διαιώματα, πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην υγειά, αποδοχή διαφορετικών θρησκευτικών πεποιθήσεων ή σεξουαλικού προσανατολισμού. Δείτε τι συμβαίνει σε χώρες όπως η Αμερική, η Ρωσία, η Τουρκία αλλά και αλλού. Στο όνομα του φόβου οι κυβερνώντες περικόπτουν ελευθερίες και δικαιώματα. Η μεσαία τάξη συμπιέζεται και φτωχοποιείται. Ο πλούτος συγκεντρώνεται στα χέρια όλο και λιγότερων και μάλιστα σε αυτούς που ελέγχουν την πληροφορία, άρα διαμορφώνουν την σκέψη μας και κατευθύνουν τις επιλογές μας. Το έργο λοιπόν είναι πιο επίκαιρο από ποτέ γιατί έμμεσα μας λέει : «Να το ξέρετε ότι μας λένε ψέμματα, αν το ξέρετε τουλάχιστον θα ψαχτείτε, θα αμφισβητήσετε, θα συλλογιστείτε, θα παραμείνετε ζωντανοί. Αν δεν το ξέρετε ότι μας λένε ψέμματα και καταναλώνετε άκριτα ότι σας προβάλουν ως σωστό και ωφέλιμο, θα σβήσει η επιθυμία της ζωής μέσα σας. Θα ζείτε, αλλά δεν θα αισθάνεστε ζωντανοί».
Έχεις εμπειρία τόσο ως ηθοποιός όσο και ως σκηνοθέτης. Ποιο από τα δύο σε προσελκύει περισσότερο αυτή την περίοδο;
Αυτή την περίοδο έχω την ανάγκη να σκηνοθετήσω περισσότερο, κάτι που θα γίνει τον Χειμώνα, καλώς εχόντων των πραγμάτων.
Υπάρχει κάποια στιγμή στην καριέρα σου – είτε πάνω στη σκηνή είτε πίσω από αυτήν – που νιώθεις ότι σε καθόρισε;
Ναι, μία προσωπική εμπειρία που έζησα με τον Ανδρέα Βουτσινά, όταν πια ήταν πολύ κοντά στον θάνατο. Ήταν καθηγητής μας στη δραματική σχολή του ΚΘΒΕ. Είχα πάει να τον δω στο νοσοκομείο, όπου νοσηλεύονταν στην εντατική πλήρως διασωληνομένος και πάνω στο κρεβάτι δεν υπήρχε πια ένας άνθρωπος, αλλά ένα αποσκελετωμένο σώμα. Με είδε, μου χαμογέλασε και με την βαθιά, σπηλαιώδη φωνή του, μου λέει κάποια στιγμή “διψάω, μπορείς να τους πεις να μου φέρουν λίγο νερό ή λίγη κόκα – κόλα;” Απαντάω λοιπόν κι εγώ, ότι θα τους πω να του φέρουν νερό και κόκα – κόλα. Μου λέει λοιπόν με σθένος, ενώ με το ζόρι ανέπνεε από τα σωληνάκια. Όχι νερό και κόκα-κόλα…ή νερό ή κόκα – κόλα…είναι άλλο να σου κάνω αυτό – και με τσίμπησε – κι άλλο να σου κάνω αυτό – και με χάιδεψε– έχοντας μια αγωνία στα μάτια και μία μεγάλη σωματική ένταση, σαν να ήθελε να μου μεταδώσει κι εκείνη την στερνή του ώρα ένα μάθημα. Μετά του δώσαμε νερό κι άρχισε να μας κάνει πλάκα, διακωμωδώντας την κατάσταση του. Αυτός ήταν ο Ανδρέας Βουτσινάς, από την μία διακωμωδούσε τα πάντα κι απ’ την άλλη μιλούσε με μία σοβαρότητα κι ένα απίστευτο βάθος σκέψης και συναισθηματικής εμπλοκής. Αυτή η τρέλλα, αυτό το πάθος που είχε εκείνη τη στιγμή ο Βουτσινάς με συγκλόνησαν.
Πώς επιλέγεις τα έργα στα οποία συμμετέχεις ή σκηνοθετείς; Υπάρχει κάποιο προσωπικό κριτήριο;
Σαν ηθοποιός με ενδιαφέρει να έχω στα χέρια μου, ένα κείμενο με μεγάλες παραστατικές προοπτικές ή να συνεργαστώ με έναν σκηνοθέτη που θα δώσει χώρο στους ηθοποιούς να εξερευνήσουν αυτές τις προοπτικές. Σαν σκηνοθέτης προσπαθώ να συνδιάσω τις δυναμικές και τις ποιότητες που έχει η ομάδα και να δημιουργήσω μία ασφαλή συνθήκη πρόβας, χωρίς περιττές εντάσεις, ώστε ο καθένας να καταθέσει επί σκηνής τον καλύτερο εαυτό του. Είμαι περισσότερο της δημιουργικής διαδικασίας κατα την προετοιμασία μίας παράστασης, παρά της τελικής μορφοποίησής της. Είτε σαν ηθοποιός, είτε σαν σκηνοθέτης θέλω να δουλεύω σε ένα περιβάλλον που η παράσταση θα δημιουργηθεί μέσα από τη σύνθεση ιδεών και την ευρηματικότητα των ηθοποιών, οπότε αυτά όλα και το κείμενο που θα παρασταθεί κρίνουν κάθε φορά τις επιλογές μου.
Τι σημαίνει για σένα “πολιτικό θέατρο”; Είναι κάτι που σε αφορά συνειδητά ως δημιουργό;
Πολιτικό θέατρο δεν είναι ένα προπαγανδιστικό θέατρο. Δεν είναι ένα θέατρο που ρίχνοντας λάσπη στον ανεμιστήρα καταλογίζει εύκολα ευθύνες. Πολιτικό θέατρο δεν είναι αυτό που χρησιμοποιεί κλισέ και συνδικαλιστική ρητορική. Τα καλά και σπουδαία έργα για ΄μενα έχουν μία πολιτική διάσταση πάντα, γιατί ερευνούν τη συνύπαρξη των ανθρώπων μέσα σε ένα οργανωμένο πλαίσιο, μία πολιτεία στην οποία όλοι μας καλούμαστε να συνυπάρξουμε. Αυτή η συνύπαρξη με τις διαφορές μας, τα προτερήματα και τα ελαττώματά μας, τις διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες μας, τη σύνθεση αντίθετων δυνάμεων μέσα στην κοινωνία με στόχο να επέλθει η βέλτιστη ισορροπία σε αυτήν, αποτελεί την πολιτική πλευρά ενός σπουδαίου έργου, το οποίο είναι σπουδαίο έργο γιατί ακριβώς δεν ομφαλοσκοπεί μόνο γύρω από αυτήν την πολιτική του πλευρά.
Σε μια εποχή που όλα τρέχουν και το κοινό είναι πιο απαιτητικό ή πιο κουρασμένο, τι θεωρείς ότι κρατρά ακόμα “ζωντανό” το θέατρο;
Ότι απευθύνεται στον άνθρωπό και ταυτόχρονα του ικανοποιεί πολλές διαφορετικές ανάγκες. Το κοινό δεν είναι ένα ομοιογενές σώμα. Ο καθένας βλέπει θέατρο για άλλο λόγο γι΄αυτό ακριβώς δεν αρέσουν τα ίδια σε όλους. Άλλος θέλει να γελάσει, άλλος θέλει να ακούσει περισσότερο την ιστορία, άλλος αφήνεται στη μαγεία των εικόνων, άλλος θέλει να πάρει κάποιο μήνυμα, άλλος επικεντρώνεται περισσότερο στην τεχνική των ηθοποιών κ.α. Όλοι όμως την ώρα της παράστασης κοινωνούν μία εμπειρία που συμβαίνει μπροστά τους σε παρόντα χρόνο. Αυτή η εμπειρία, την οποία ο καθένας βιώνει διαφορετικά, μας κάνει σαν κοινό να γινόμαστε μέρος ενός ενιαίου συνόλου εκείνη τη στιγμή, μίας κοινότητας. Η σύνδεση μιας κοινότητας και η αίσθηση του ανήκειν στην κοινότητα αυτή, μέσα από τις ιστορίες ή τα παραμύθια, είναι αρχέγονο ένστικτο. Αυτό την κυτταρική μνήμη λοιπον ανασύρει κι ενεργοποιεί το θέατρο και μέσα από την ικανοποίηση της προκύπτει η ευδαιμονία στο κοινό.
Αν δεν ήσουν ηθοποιός/σκηνοθέτης, με τι πιστεύεις ότι θα ασχολιόσουν;
Μαγειρική, η μασάζ. Είμαι καλός σε αυτά, νομίζω. Τα κάνω με αγάπη κι αίσθημα προσφοράς προς τον άλλον.
Υπάρχει κάποια καθημερινή συνήθεια ή “τελετουργία” πριν ανέβεις στη σκηνή;
Συνήθως στο καμαρίνι, πριν βγω στη σκηνή διαβάζω ποίηση. Διαβάζω και στους συναδέλφους ποιήματα κάποιες φορές όταν κάποιο με δονεί λίγο περισσότερο. Κάποιοι πάλι που λειτουργούν διαφορετικά διακωμωδούν τη συνήθειά μου αυτή, αλλά και πάλι μου αρέσει γιατί γελάμε και γινόμαστε ξανά μια παρέα πριν βγούμε στη σκηνή.
Ποιος είναι ο ρόλος που ονειρεύεσαι να παίξεις ή να σκηνοθετήσεις στο μέλλον;
Έχω μία προσωπική εμμονή με τον Τσέχωφ. Θα ήθελα κάποια στιγμή να ξαναπαίξω ή να σκηνοθετήσω κάτι δικό του. (Το 2015 είχα συμμετάσχει στον Πλατόνοφ που είχε ανέβει στο τότε θέατρο Cartel πάλι σε σκηνοθεσία του Ένκε Φεζολλάρι).
Και τέλος – ποιο είναι το πιο δυνατό “γιατί” που σε κρατάει ακόμα στο θέατρο;
Γιατί το θέατρο είναι μία σκέτη καταστροφή! Εντός των ορίων του, καταστρέφω την κοινωνική μου περσόνα και καλούμαι να ξανανακαλύψω τον εαυτό μου, μέσα σε έναν διαφορετικό όμως κόσμο. Ποιός θα ήμουν αν είχα γεννηθεί μέσα στις συνθήκες που ζεί ο ήρωάς μου; Έτσι ο εαυτός μου μπορεί να με εκπλήξει. Δημιουργώ ένα ον που είμαι εγώ (ο ηθοποιός) αλλά ταυτόχρονα συνομιλώ με ένα ον που είναι ο ρόλος. Από την καταστροφή αυτή και τη διπλή σκηνική ύπαρξη προκύπτει η έκπληξη του εαυτού μου. Αυτή η έκπληξη με κρατάει στο θέατρο. Στη ζωή μου γενικά βαριέμαι γρήγορα, οπότε αυτή η έκπληξη τροφοδοτεί και τη ζωή μου.
Σε μια παράσταση, πόσο εύκολο είναι να μην ερωτευτείς κάποιον από τον θίασο;
Όπως και σε κάθε άλλη δουλειά. Σε όλα τα επαγγέλματα μπορεί να ερωτευτεί κανείς κάποιον/α από τη δουλειά του. Δεν πιστεύω ότι διαφοροποιείται το θέατρο σε αυτό. Ο έρωτας είναι ευλογία, όπου κι αν συμβαίνει.
Ποιο φιλί στη σκηνή ήταν πιο… αξέχαστο;
Προτιμώ να θυμάμαι τα φιλιά μου εκτός σκηνής, τα εντός σκηνής, είναι απλά δουλειά.
Στη ‘Πτήση / Κόσοβο’ γελάμε με την τρέλα των Βαλκανίων. Στην προσωπική σου ζωή, πόση ‘βαλκανική τρέλα’ κουβαλάς;
Πολύ λίγο. Είμαι οργανωτικός, μεθοδικός, προνοητικός.Το χιούμορ μου είναι κυνικό κι ελαφρά προσβλητικό. Αστειεύομαι όμως κυρίως με τους ανθρώπους που δέχονται το χιούμορ αυτό και διασκεδάζουν επίσης με το χιούμορ αυτό. Παλιότερα δεν μου άρεσε που ήμουν τόσο λογοκεντρικός και οργανωτικός, καταπιεζόμουνα. Μεγαλώνοντας όμως και συμφιλιομένος πια πιο πολύ με τον εαυτό μου, είδα ότι κατάφερα πολλά στη ζωή μου,από αυτά που ήθελα, ακολουθόντας αυτό που είμαι παρά προσπαθόντας να μιμηθώ κάτι που δεν είμαι.
ΕΛΕΝΗ ΝΕΝΟΥ
Η Ελένη Νενού, από τον Μπούμπουκα Καλαβρύτων, έχει σπουδάσει και ασχολείται με τα οικονομικά. Της αρέσει η πυγμαχία. Κάνει συνεντεύξεις ανθρώπων που θεωρεί ιδιαίτερους.