Κώστα, είσαι σε μια κωμωδία, στο «Άντζελο Μπαρ» όπου γέλασα μέχρι δακρύων. Ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας του έργου σας;
Ότι είναι αυθόρμητο, ειλικρινές και αλογόκριτο, δηλαδή οι ήρωες μιλάνε και εκφράζονται χωρίς δεύτερες σκέψεις. Ρέει το αλκοόλ άφθονο και μιλάνε πιο ανοιχτά.
Στο έργο κάνεις τον Προκόπη που πίνει πολύ, πώς είδες τον ρόλο όταν τον διάβασες;
Ο Προκόπης, πίνει κοινωνικά. Πίνει όποτε βγαίνει, απλά βγαίνει κάθε μέρα. Το θέμα του όμως δεν είναι να πιει, το θέμα του είναι να βγει. Άμα είσαι πολύ κοινωνικός, συγκυριακά μπορεί να πιείς και πιο πολύ. Ο Προκόπης είναι κοινωνικός και ωραίος τύπος.
Αυτό που ερμηνεύεις πολλοί το ζουν στη πραγματικότητα τους. O Προκόπης γιατί πίνει; Το αλκοόλ χρειάζεται στη ζωή μας;
Αν θέλουνε να κάνουμε ψυχανάλυση, μπορούμε να πούμε ότι πίνει για να ξεφύγει από μια πραγματικότητα, ή από κάποιες αποφάσεις που ενδεχομένως πρέπει να πάρει, ή από κάποια πράγματα που πρέπει να αντιμετωπίσει και προτιμάει να κάνει ότι δεν υπάρχουν.
Το αλκοόλ, είναι όπως όλα τα ναρκωτικά. Ναρκωτικό είναι και ο καφές, ναρκωτικό είναι και το τσάι, οτιδήποτε μεταβάλει τον τρόπο που λειτουργεί το μυαλό μας είναι ναρκωτικό. Από τότε που υπάρχει ανθρώπινος πολιτισμός με στοιχειώδη λόγο, από τότε που ξέρουμε πώς υπάρχει καταγεγραμμένος πολιτισμός, υπάρχουν και ναρκωτικά. Γενικά ο άνθρωπος από τη στιγμή που φεύγει από τη παιδική ηλικία
παίρνει ναρκωτικά. Δε ξέρω αν το αλκοόλ είναι αναγκαίο ή όχι, ξέρω πως κάποιοι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι χωρίς ναρκωτικά, αλκοόλ ή κάτι άλλο, δεν έχω γνωρίσει κανέναν προσωπικά αλλά έχω διαβάσει για αυτούς.
Σε έχω δει να παίζεις σε κωμωδία και σε δράμα και μου άρεσες εξίσου. Τί σε έχει κερδίσει πιο πολύ, η κωμωδία ή το δράμα;
Το καθένα έχει τη δική του γοητεία. Δεν μπορεί κάποιος να αποκλείσει ένα από τα δύο. Άλλωστε, την ίδια ιστορία ακριβώς μπορείς να την πεις σαν κωμωδία είτε σαν δράμα. Αυτό που αλλάζει, είναι η απόσταση. Αυτό που είναι αστείο για τον θεατή, είναι ένα δράμα για τον ήρωα που το βιώνει. Γελάμε με τα παθήματα του Σαρλώ αλλά ο ίδιος υποφέρει, γελάμε με το «Χοντρό και το Λιγνό» αλλά αυτοί έχουν προβλήματα, προσπαθούν να τα φέρουν βόλτα και δυσκολεύονται, αποτυγχάνουν και αυτό είναι αστείο για εμάς που είμαστε μακριά. Είναι θέμα απόστασης μάλλον, όσο ξεμακραίνεις τόσο πιο αστεία γίνονται τα πράγματα. Υποθέτω δηλαδή, ο θεός διασκεδάζει με τη κωμωδία, ότι συμβαίνει με εμάς είναι κωμικό από την κατάλληλη απόσταση.
Σε εμάς τους θεατές μας φαίνεται πιο εύκολη η κωμωδία από το δράμα. Εσύ τί λες;
Δεν είμαι ειδικός για να πω κάποια άποψη ούτε θα πω τίποτα καινούριο. Η κωμωδίαείναι πιο δύσκολη από ένα δράμα. Στη κωμωδία κρίνεσαι ανά πάσα στιγμή από το αν γελάει ο θεατής, στο δράμα δεν περιμένεις να κλάψει ο θεατής. Είναι διαφορετικά τα
μεγέθη. Η κωμωδία μπορεί εκείνη τη στιγμή να λειτουργήσει ή να μη λειτουργήσει. Αν ο θεατής δεν γελάσει ή δεν διασκεδάσει, θα πεις ότι κάτι δεν έχεις κάνει καλά, οπότε μάλλον η κωμωδία είναι πιο δύσκολη.
Γιατί διάλεξες να γίνεις ηθοποιός; Είναι κάτι που το ήθελες από παιδί;
Από παιδί είχα αχαλίνωτη φαντασία, μου άρεσαν τα παραμύθια, οι ιστορίες μυστηρίου, οι φανταστικές καταστάσεις, η μαγεία, οπότε πάντα ήθελα εναλλακτικές πραγματικότητες και μέσα από το θέατρο μπορώ να γίνομαι άλλοι άνθρωποι και να ζω εναλλακτικές πραγματικότητες.
Πότε σκέφτηκες να γίνεις ηθοποιός?
Από μικρός αλλά φοβόμουν την έκθεση στον κόσμο Και τί έκανες και το ξεπέρασες?
Τίποτα, είπα ή τώρα ή ποτέ. Σε μια φοιτητική ομάδα στο Ρέθυμνο, είδα μια αφίσα, η φοιτητική ομάδα του Ρεθύμνου «Σχοινί και Σαπούνι» έκανε ανοιχτό κάλεσμα σε νέα μέλη και θεώρησα πώς είναι σημαδιακό. Όταν πήγα σκέφτηκα να φύγω τρέχοντας, αλλά τελικά έμεινα και μετά εθίστηκα σε αυτό και πλέον, δε μπορώ να φανταστώ να ζω και να μη φιλοξενώ δυο άλλους στη ζωή μου, να είμαι μόνο εγώ μου πέφτει λίγο, θέλω να είμαι και «άλλοι».
Το «Άντζελο Μπαρ», έχει ένα κείμενο πανέξυπνο και πρωτότυπο. Είναι μια κωμωδία με συναίσθημα. Ποιο είναι το μήνυμα της παράστασης;
Δεν είμαι αρμόδιος να πω ποιο είναι το μήνυμα της παράστασης. Νομίζω, ότι όταν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, η απάντηση είναι ο άλλος άνθρωπος, δηλαδή όσο «ξανοίγεσαι» και επικοινωνείς με τον άλλο άνθρωπο, τόσο πιο κοντά βρίσκεσαι την επίλυση του προβλήματος σου ή στην ευτυχία. Οι συγκεκριμένοι τύποι στη παράσταση, χρειάζεται να πιούν αρκετά για να επικοινωνήσουν, αλλά αυτό δεν είναι κανόνας. Οι άνθρωποι επικοινωνούν κάθε μέρα με όποιον τρόπο θέλουν. Να επικοινωνούμε, το άγνωστο και το διαφορετικό, είναι και το πιο ενδιαφέρον.
Ποσό καλή είναι η συνεργασία σας; Παίζει ρόλο στο αποτέλεσμα;
Άψογη, πολύ ωραία και αυτό βγαίνει κάτω. Έχουμε ένα πολύ καλό κλίμα και αυτό παίζει ρόλο, γιατί όταν έχεις μια καλή σχέση με τους άλλους ανθρώπους που παίζετε μαζί, νιώθεις καλύτερα, περνάς καλύτερα και ότι κάνεις, το κάνεις με περισσότερο κέφι. Αυτό το εισπράττουν οι άλλοι και κάνουν το ίδιο και έτσι όλο αυτό δημιουργεί ένα αποτέλεσμα πολλαπλασιαστικό.
Έχεις πολλούς φίλους και είσαι πού αγαπητός άνθρωπος, που τον ακολουθεί πολύ κόσμος σε ότι και αν κάνει, είτε παίζεις είτε γράφεις. Πιστεύεις είναι τυχαίο;
Πιστεύω ότι ο κάθε άνθρωπος , εφόσον αποφασίσει να εκτεθεί με έναν τρόπο και να μοιραστεί τη σκέψη του, είτε γραπτά είτε παίζοντας είτε με στίχους, τραγούδι, θα έχει και ένα κοινό και αυτή είναι η ομορφιά της ενασχόλησης με την τέχνη. Δεν είναι για να γίνεις πλούσιος ή διάσημος, είναι για να μοιραστείς κάποια πράγματα, και μέσα από αυτή τη διαδικασία, να νιώσεις πιο όμορφα, πλουσιότερος, και να το νιώσουν αυτό και οι άλλοι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτό, είτε σαν συνδημιουργοί ή σαν θεατές. Η τέχνη είναι για όλο το κόσμο, δεν είναι μια ιστορία για λίγους και εκλεκτούς.
Ήσουν μαθητής του Βασίλη Βασιλικού για τρία χρόνια, τί αποκόμισες από έναν τόσο σπουδαίο συγγραφέα και άνθρωπο;
Ο Βασιλικός είχε μια γενναιοδωρία και μια σπάνια σοφία και απλότητα, ίσως να είναι γνώρισμα των πολύ μεγάλων και σημαντικών ανθρώπων αυτό, η οπτική του για τα πράγματα, είχε πάντα ένα ξεχωριστό ενδιαφέρον, γιατί υπήρξε ένα άνθρωπος που όχι μόνο είχε διαβάσει πάρα πολύ , είχε ζήσει πάρα πολλά πράγματα, είχε δει το κόσμο από πολλά διαφορετικά σημεία γιατί δεν έζησε μόνο στην Ελλάδα, υπήρξε κοσμοπολίτης. Είναι ένας συγγραφέας παγκόσμιας εμβέλειας, δεν είναι ένας απλός καλός Έλληνας συγγραφέας. Μόνο κέρδισα από τη σχέση μου μαζί του και νομίζω πώς όσοι άνθρωποι βρέθηκαν κοντά του με έναν τρόπο κέρδισαν. Ήταν ένας άνθρωπος, σα να είχε ένα μαγικό ραβδάκι, με το οποίο σε έκανε πιο σημαντικό, πιο μεγάλο από αυτό που είσαι, κοντά του δηλαδή… «κοντά στο βασιλικό ποτίζονται και οι γλάστρες».
Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Έχω γράψει ένα σενάριο το όποιο θα ήθελα να γίνει ταινία.
Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι, που σε επηρέασαν προς το καλύτερο;
Θα ακουστεί τετριμμένο αλλά η μητέρα μου. Γιατί ήταν και είναι ένας άνθρωπος που πολεμάει συνέχεια, δεν το βάζει ποτέ κάτω, έχει μια αισιοδοξία, αγάπη για τη ζωή κι ταυτόχρονα μια τρυφερότητα και μια πολύ υψηλή αισθητική. Η μητέρα μου υπήρξε
ηθοποιός, η Κλαίρη Δεληγιάννη
αν συνέχιζε θα ήταν σίγουρα από τις γνωστές και τις πασίγνωστες αλλά οι συνθήκες, τότε στις αρχές της δεκαετίας του ’70, ήταν δύσκολες για μια γυναίκα που ήθελε να κάνει αυτή τη δουλειά. Δηλαδή να είναι ηθοποιός και να έχει και οικογένεια, το περιβάλλον δεν ήταν πολύ υποστηρικτικό σε αυτό και βρέθηκε σε ένα δίλημμα, αν θα έπρεπε να αφοσιωθεί στην οικογένεια της ή στην καριέρα της και επέλεξε την
οικογένεια. Ευτυχώς σήμερα τέτοια διλήμματα δεν τίθενται και αυτό είναι καλύτερο για τις νέες ηθοποιούς.
Άρα το ταλέντο είναι κληρονομικό?
Εγώ δεν μπορώ να πω τίποτα για αυτό. Πιστεύω, πώς αν έχεις μεγαλώσει σε ένα περιβάλλον όπου η ομορφιά, η λεπτότητα, οι λεπτές αισθήσεις, οι αποχρώσεις έχουν μια σημασία, τότε θα σε ενδιαφέρουν και εσένα και θα σε απασχολούν. Τώρα αν αυτό
συνιστά ταλέντο δεν ξέρω. Η μητέρα μου σίγουρα υπήρξε μια ταλαντούχα ηθοποιός, για μένα δεν ξέρω θα το δείξει ο καιρός.
Συνέντευξη στην Ελένη Νενού
Η Ελένη Νενού ζει και εργάζεται στην Αθήνα, με καταγωγή από τον
Μπούμπουκα Καλαβρύτων.
Σπούδασε στην Ελλάδα και στην Ισπανία.
Της αρέσει πολύ η πυγμαχία.
Στον ελεύθερο χρόνο της παίζει κιθάρα και τραγουδάει.