Τελευταία Παρασκευή των Χαιρετισμών σήμερα ψάλλεται Ο ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ
Ο Ακάθιστος Ύμνος, γνωστός στους περισσότερους ως «οι Χαιρετισμοί της Παναγίας»
Είναι ένας ύμνος, ένα «τραγούδι», ξεχείλισμα ευγνωμοσύνης και αγάπης του Ορθόδοξου λαού, αφιερωμένο στην Μητέρα Παναγία, που προστρέχει σε κάθε ανάγκη του. Ονομάστηκε «Ακάθιστος», επειδή, όταν ψαλλόταν για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη, ο λαός ήταν όρθιος και προσευχόταν όλη τη νύχτα με βαθιά κατάνυξη.
Τι γεγονότα όμως προηγήθηκαν ώστε να ψάλλουν όλοι εκείνο το βράδυ, με ιδιαίτερη ευλάβεια, αυτόν τον υπέροχο ύμνο στην Παναγία μας; Ποια είναι η πραγματική ιστορία του Ακάθιστου Ύμνου;
Βρισκόμαστε στην όμορφη Κωνσταντινούπολη το 626 μ.Χ. Αυτοκράτορας είναι ο ευσεβής Ηράκλειος, που λείπει μακριά στην Περσία, όπου πολεμά για να πάρει πίσω τον Τίμιο Σταυρό, που οι Πέρσες άρπαξαν από την Ιερουσαλήμ.
Ενώ τα μάτια όλων είναι στραμμένα στα μακρινά σύνορα του Κράτους, εκεί που μάχεται ο Αυτοκράτορας με όλο το στρατό, θλιβερές ειδήσεις κάνουν τους κατοίκους της Πόλης να αγωνιούν για την τύχη τους.
Η Πόλη, γυμνή από στρατό, εκτός από μια μικρή φρουρά με αρχηγό τον Φρούραρχο Βώνο, με ανυπεράσπιστα τα γυναικόπαιδα, τους γέρους και τους άρρωστους, πολιορκείται από έναν ύπουλο εχθρό, τους Αβάρους. Ο βασιλιάς τους, Χαγάνος, συνθηκολογεί με τους Πέρσες και έρχεται τη στιγμή που η πόλη είναι ανοχύρωτη από ανθρώπινο δυναμικό, με σκοπό να την καταλάβει, καταπατώντας τη συνθήκη που είχε κάνει με τον Ηράκλειο.
Δεν φτάνει αυτό αλλά στρέφει την περιφρόνησή του όχι μόνο στο λαό αλλά και στον αληθινό Θεό. Στις ικεσίες της αντιπροσωπείας που ζητά κατανόηση, η απάντηση είναι σαρκαστική:
«Μη σας γελάει ο Θεός που πιστεύετε! Αύριο δίχως άλλο εγώ θα είμαι κύριος της πόλης σας και σεις, τότε μόνο θα ξεφύγετε, αν γίνετε πουλιά και πετάξετε ή ψάρια και κολυμπήσετε..».
Σαν κεραυνός έπεσε η απάντησή του στον απελπισμένο λαό.
Σαν φωτιά όμως ακούστηκε ο πύρινος λόγος του ασκητικού Πατριάρχη Σέργιου, που καλεί σε επιστράτευση όλον τον χριστιανικό κόσμο:
«Κρίμα είναι να απελπίζεσθε! Σκέφτεστε σαν άνθρωποι που δεν πιστεύετε στον αληθινό Θεό. Ο αυτοκράτορας φεύγοντας εμπιστεύτηκε την Πόλη και τον πληθυσμό της στα στοργικά χέρια της Παναγίας. Ε! Ας επιστρατευτούμε όλοι με στρατηγό την Παναγία κι ας ενωθούμε όλοι στη μάχη. Στη μάχη της προσευχής!»
Δάκρυα έσταζαν τα μάτια του Ποιμενάρχη, που μαζί με Μητροπολίτες και Ιερείς, Διακόνους και μικρά παιδιά, λιτάνευαν την ιερή εικόνα της Παναγίας των Βλαχερνών και εμψύχωναν τους λιγοστούς στρατιώτες, που μάχονταν στα τείχη.
Μια σιωπηλή κραυγή έβγαινε από τα στήθη όλων και κατευθυνόταν στην καρδιά της Μάνας, της Υπέρμαχου Στρατηγού. Μια κραυγή που ποτιζόταν από τα δάκρυα που έτρεχαν ποτάμι από τα μάτια των χριστιανών, που άλλη ελπίδα δεν είχαν παρά Εκείνη που έφερε στον κόσμο την Λύτρωση.
«Φθάσε Παναγία μου… Μην εγκαταλείπεις τον λαό σου… Σώσε την Πόλη σου…»
Οι άπιστοι άρχισαν να στερεώνουν σκάλες και να ανεβαίνουν στα τείχη…Άρχισαν να μπαίνουν στην Πόλη…
Τα πλοία τους απειλητικά περίμεναν από τη θάλασσα το σύνθημα για απόβαση. Τώρα πια όλοι βουβοί άκουγαν μόνο τον κτύπο της καρδιάς τους και έβλεπαν τα υψωμένα σε δέηση χέρια του Πατριάρχη.
Και το θαύμα ήρθε! Ήρθε κι έσωσε την Πόλη που κινδύνευε! Κοσμοχαλασιά! Φοβερός ανεμοστρόβιλος καταστρέφει το στόλο των πολιορκητών.
Πολλοί βλέπουν μια γυναικεία μορφή να τριγυρνά στα τείχη, να εμψυχώνει τους χριστιανούς, και να τρομοκρατεί τους άπιστους. Κανείς δεν αμφιβάλλει πως είναι η Υπέρμαχος Στρατηγός, η Μάνα των χριστιανών, η χάρη της Παναγία μας!
Εκείνη κατατρόπωσε τους Αβάρους και τους ανάγκασε να λύσουν την πολιορκία στις 8 Αυγούστου.
Οι χριστιανοί, βλέποντας την κατάληξη της πολιορκίας έκαναν ακατάπαυστα τον σταυρό τους.
Οι καρδιές όλων στρέφονται στον Ουρανό, ενώ ολόθερμες δοξολογίες γεμίζουν τον αέρα.
Οι καμπάνες χτυπούν χαρμόσυνα στέλνοντας το μήνυμα της Λευτεριάς ως τα σύνορα του Κράτους, όπου πολεμούσε ο Αυτοκράτορας.
Σε λίγο, όλοι τους φτάνουν στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Εκεί, με δάκρυα χαράς ο λαός αποδίδει στην Υπέρμαχο Στρατηγό, με ψαλμούς και ύμνους, τα νικητήρια και τα ευχαριστήρια.
Τότε έψαλλαν και για πρώτη φορά τον Ύμνο:
«Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…» μαζί με τους «Χαιρετισμούς της Παναγίας».
Σε ένδειξη ευγνωμοσύνης έμειναν όλοι όρθιοι και έψαλλαν στην Παναγία μας χωρίς να καθίσουν, γι’ αυτό και από τότε ο Ύμνος αυτός ονομάστηκε Ακάθιστος Ύμνος.
ΑΚΑΘΙΣΤΟΣ ΥΜΝΟΣ
ΚΟΝΤΑΚΙΟ (προοίμιο)
Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια, ως λυτρωθείσα των δεινών, ευχαριστήρια, αναγράφω σοι η Πόλις σου, Θεοτόκε, αλλ’ ως έχουσα το κράτος απροσμάχητον, εκ παντοίων με κινδύνων ελευθέρωσον ίνα κράζω σοι, Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Άγγελος πρωτοστάτης, ουρανόθεν επέμφθη, ειπείν τη Θεοτόκε το χαίρε. (3) και συν τη ασωμάτω φωνή, σωματούμενον σε θεωρών Κύριε, εξίστατο και ίστατο, κραυγάζων προς αυτήν τοιαύτα.
Όταν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ πήγε στην παρθένο Μαρία για να της αναγγείλει ότι θα γινόταν Μητέρα του Χριστού, είδε ότι ενώ ακουόταν η ασώματη φωνή του, ο Υιός του Θεού έπαιρνε σώμα μέσα στα άσπιλα σπλάχνα της Παναγίας. Τότε θαύμασε λοιπόν, το άυλο και ουράνιο αυτό πνεύμα και άρχισε να απευθύνει στην θεοτόκο τα παρακάτω “χαίρε”.
Χαίρε, δι’ ης η χαρά εκλάμψει. Χαίρε, δι’ ης η αρά εκλείψει.
Χαίρε, γιατί με σένα ξαναφωνάζει κοντά του τον πεσμένο Αδάμ ο θεός και λυτρώνει την Εύα από τα δάκρυά της.
Οι ανθρώπινοι λογισμοί δεν μπορούν να φτάσουν εύκολα στο ύψος της αξίας που σου έδωσε η Χάρις του Θεού. Και τα μάτια των αγγέλων δεν μπορούν να βυθοσκοπήσουν το μυστήριο που επάξια εκπροσωπείς.
Μαρία κρατάς στα γόνατά σου ως επίγειος θρόνος τον Κύριον του παντός.Βαστάζεις Εκείνον που όλα τα ορατά και αόρατα βαστάζει.
Είσαι ο αυγερινός, που λάμπεις πριν ανατείλει ο Ήλιος της Δικαιοσύνης,ο Χριστός. Είσαι η γυναίκα που από σένα και με την θέλησή σου πήρε σάρκα ο Υιός του Θεού.
Χαίρε, δι’ ης νεουργείται η κτίσις. Χαίρε, δι’ ης βρεφουργείται ο Κτίστης.
Είσαι εκείνη με την οποίαν ανανεώνεται η κτίση και από την οποία προήλθε ως βρέφος ο Κτίστης.
Βλέποντας η Παναγία ότι ήταν παρθένος απόρησε πως θα ήταν δυνατό να γεννήσει παιδί.Σάστισε στα λόγια του Αρχαγγέλου και ταράχτηκε.Της φάνηκαν παράδοξα και δεν μπορούσε να τα εννοήσει.Και με το θάρρος της αγνότητας τον ρώτησε πως θα γινόταν αυτό αφού ήταν παρθένος.
—————————————-
Γνώσιν άγνωστον γνώναι, η Παρθένος ζητούσα, εβόησε προς τον λειτουργούντα. Εκ λαγόνων αγνών, Υιόν πως εστί τεχθήναι δυνατόν; λέξον μοι. προς ην εκείνος έφησεν εν φόβω, πλην κραυγάζων ούτω.
Χαίρε συ που ο Κύριος σε αξιώνει να μάθεις τη μυστική Του απόφαση και θέληση. Χαίρε που τα ανέκφραστα πληροφορείσαι με την πίστη.
Σκάλα που κατέβηκε ο θεός, για να έλθει από τον ουρανό στη γη, είναι η Παναγία. Και συγχρόνως και γέφυρα, που μας ενώνει και ανεβάζει από τη γη στον ουρανό.
Εσένα Μαρία θαυμάζουv οι άγγελοι κι ο ένας στον άλλον μεταδίδει τα σχετικά με σε. Και συ είσαι που τραυμάτισες τους χαιρέκακους δαίμονες τον κατάλληλο καιρό.
Γέννησες το Φως του κόσμου με τρόπο ανείπωτο και κανείς δεν μπορεί να καταλάβει το πως.
Είσαι κάτι που οι σοφοί δεν μπορούν να εννοήσουv.Είσαι η αυγή, που λάμπει στο νου τωv πιστών.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
—————————————-
Η δύναμη του Υψίστου έπεσε κατά τον Ευαγγελισμό πάνω στη Μαρία και την ήσκιωσε. Και η εύκαρπη κοιλία της έγινε για μας γλυκό χωράφι, απ’ όπου θερίσαμε τη σωτηρία, ψάλλοντας όλοι μαζί
’Εχουσα θεοδόχον, η Παρθένος την μήτραν, ανάδραμε προς την Ελισάβετ, το δε βρέφος εκείνης ευθύς, επιγνόν τον ταύτης ασπασμόν, έχαιρε και άλμασιν, εβόα προς την Θεοτόκον.
Μετά τον Ευαγγελισμό η Παναγία πήγε να επισκεφθεί την Ελισάβετ τη συγγενή της, που ήταν ήδη έγκυος στον Ιωάννη τον Πρόδρομο. Και μόλις η Μαρία, που είχε συλλάβει το Χριστό, πλησίασε την Ελισάβετ, το βρέφος που ήταν στην κοιλία της Ελισάβετ κατάλαβε ότι ήταν η Μητέρα του Κυρίου και σκίρτησε. Και με τα σκιρτήματα αυτά η μητέρα του Ιωάννη την χαιρέτησε ως εξής:
Χαίρε κλήμα από την αμάραντη ρίζα του οίκου Δαυίδ. Χαίρε συ που τον άφθαρτο καρπό κατέχεις,δηλαδή τον Ιησού.
Συ είσαι ο αγρός όπου βλάστησε ο φιλάνθρωπος γεωργός, δηλαδή ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Συ είσαι το χώμα όπου φύεται ο Φυτευτής της ζωής μας.
Χαίρε γη, που βλαστάνεις με ευφορία τους Θείους οικτιρμούς και τράπεζα που έχεις πάνω σου τη δωρεά τωv θείων ιλασμών.
Χλοερό λιβάδι για να εντρυφούμε έγινες κι ετοιμάζεις λιμάνι απάνεμο όπου θα καταφεύγουν οι ψυχές.
Οι δεήσεις σου στον Κύριο για μας είναι ως θυμίαμα ενώπιόν Του ευπρόσδεκτο. Και συ εξιλεώνεις όλον τον κόσμο.
Η καλοσύνη του θεού σε μας αποδείχθηκε με σένα.Και συ μας δίνεις θάρρος να απευθυνόμαστε σε Εκείνον.
—————————————–
Ζάλην ένδοθεν έχων, λογισμών αμφιβόλων, ο σώφρων Ιωσήφ εταράχθη, προς την άγαμόν σε θεωρών, και κλεψίγαμον υπονοών άμεμπτε. Μαθών δε σου την σύλληψιν εκ Πνεύματος Αγίου έφη.
Αλληλούια
Νέαν έδειξε κτίσιν, εμφανίσας ο Κτίστης, ημίν τοις υπ’ αυτού γενομένοις εξ ασπόρου βλαστήσας γαστρός, και φυλάξας ταύτην ώσπερ ην άφθορον, ίνα το θαύμα βλέπομεν, υμνήσωμεν αυτήν βοώντες
Ο Χριστός ανέπλασε τον κόσμο μας έδειξε καινούργια κτίση,ο Ίδιος βλάστησε από κοιλία χωρίς σπόρο και διαφύλαξε αυτήν άφθορη και μετά την γεννησή Του.Και βλέπουμε εμείς αυτό το θαύμα,υμνούμε την μητέρα Του φωναζοντάς της.
Χαίρε, το άνθος της αφθαρσίας
χαίρε, το στέφος της εγκρατείας.
Χαίρε παναγία πού’σαι το άνθος που δεν το άγγιξε η φθορά.Χαίρε που είσαι εκείνη που βραβεύθηκες για την αγνότητα και την εγκράτεια.
Χαίρε, αναστάσεως τύπον εκλάμπουσα
χαίρε, των Αγγέλων τον βίον εμφαίνουσα.
Χαίρε που είσαι η λαμπρή προεικόνιση της Θείας Αναστάσεως.διότι όπως βγήκε από σένα στον κόσμο ο Λυτρωτής χωρίς να πάθει τίποτε η παρθενία σου,έτσι βγήκε και από τον τάφο φυλάξας τα σήμαντρα σώα.Χαίρε ακόμη διότι φανερώνεις στη ζωή σου την ζωή των αύλων Αγγέλων.
Χαίρε, δένδρον αγλαόκαρπον, εξ ου τρέφονται πιστοί
χαίρε, ξύλον ευσκιόφυλλον, υφ, ου σκέπτονται πολλοί.
Χαίρε που είσαι δέντρο με καρπό τον Χριστό από τον οποίον τρέφονται οι πιστοί μεταλαμβάνοντας την γλυκύτητά του.Και δέντρο ακόμα με πλατύ φύλλωμα παντοδυνάμου προστασίας που δίνει ίσκιο και σκεπάζει πολλούς.
Χαίρε, κυοφορούσα οδηγόν πλανωμένοις
χαίρε, απογεννώσα λυτρωτήν αιχμαλώτοις.
Χαίρε που κυοφόρησες και γέννησες τον Ιησού που μας οδηγεί από την πλάνη στην αλήθεια και μας ελευθερώνει από τα πάθη που μας είχαν αιχμαλωτίσει.
Χαίρε, Κριτού δικαίου δυσώπησις
χαίρε, πολλών πταιόντων συγχώρησις.
Είσαι εκείνη που κάνεις τον δίκαιο Κριτή, τον Υιό σου, να μας συγχωρεί και να ξεχνά τις αμαρτίες μας.
Χαίρε, στολή των γυμνών παρρησίας
χαίρε, στοργή πάντα πόθον νικώσα.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Είμαστε γυμνοί από κάθε δικαιολογία κι ελευθεροστομία δεν έχουμε απέναντι του θείου Υιού σου.Αλλά οι μεσιτείες σου που μας ντύνουν με το δικαίωμα να Του μιλάμε,δικαίωμα που δεν το αξίζουμε και το αποκτάμε χάρη σ’ εσένα. Είσαι ακόμα η στοργική εκείνη αγάπη,που κανένα άλλο αίσθημα δεν μπορεί να την ξεπεράσει.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Ξένον τόκον ιδόντες, ξενωθώμεν του κόσμου, τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες΄ δια τούτο γαρ ο υψηλός Θεός, επί γης εφάνη ταπεινός άνθρωπος, βουλόμενος ελκύσαι προς το ύψος, τους αυτώ βοώντας
Αλληλούια
Αφού είδαμε τόσο παράξενη γέννηση,ας αποξενωθούμε από τον κόσμο μεταθέτοντας το νου μας στον ουρανό.Γι’αυτό και ο απρόσιτος θεός έγινε άνθρωπος θέλοντας να μας τραβήξει στα ύψη ενώ θα του φωνάζαμε όλοι αλληλούια.
’Ολον ην εν τοις κάτω, και των άνω ουδόλως, απήν ο απερίγραπτος Λόγος συγκατάβασις γαρ θεϊκή, ου μετάβασις δε τοπική γέγονε, και τόκος εκ Παρθένου θεολήπτου, ακουούσης ταύτα
Ο Υιός και λόγος του θεού ήταν ολόκληρος πάνω στη γη και συγχρόνως δεν απουσίαζε από τον ουρανό.Διότι επρόκειτο για συγκατάβαση θεική,και όχι για τοπικό περιορισμό της θεότητας.κι η παρθένος Μαρία δέχθηκε μέσα της τον θεό και Τον γέννησε,ακούοντας από εμάς τα εξής.
Χαίρε, Θεού αχωρήτου χώρα
χαίρε, σεπτού μυστηρίου θύρα.
Χαίρε Μαρία γιατί είσαι ο τόπος που χώρεσε τον αχώρητο θεό.Είσαι η θύρα από την οποία οι λογισμοί μας περνούν για να εισέλθουν στο σεπτό μυστήριο της θείας σαρκώσεως.
Χαίρε, των απίστων αμφίβολον άκουσμα
χαίρε των πιστών αναμφίβολον καύχημα.
Οι άπιστοι σε ακούνε και πέφτουν σε αμφιβολίες αλλά για μας είσαι το καύχημα και η βεβαιότης μας.
Χαίρε, όχημα πανάγιον του επί των Χερουβείμ
χαίρε, οίκημα πανάριστον του επί των Σεραφείμ.
Χαίρε γιατί είσαι ο θρόνος και το πύρινο άρμα όπου στέκεται Εκείνος ο οποίος στέκεται πάνω στα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ
Χαίρε, η ταναντία εις ταυτό αγαγούσα
χαίρε, δι’ η παρθενίαν και λοχείαν ζευγνούσα.
Χαίρε γιατί ένωσες δυο αντίθετα πράγματα.Έκαμες ζευγάρι αξεχώρητο, την παρθενία και την μητρότητα.
Χαίρε, δι ης ελύθη παράβασις.
Χαίρε, δι ην ηνοίχθη παράδεισος.
Χαίρε διότι με σένα λύθηκε η ενοχή της Εύας και ανοίχθησαν πάλι οι πόρτες του παραδείσου.
Χαίρε, η κλείς της Χριστού βασιλείας
χαίρε, ελπίς αγαθών αιωνίων.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε γιατί είσαι το κλειδί που ανοίγει για μας τη βασιλεία του Χριστού.Είσαι η ελπίδα των αιωνίων αγαθών.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
———————————————————
Πάσα φύσιν Αγγέλων, κατεπλάγη το μέγα, της σης ενανθρωπήσεως έργον΄ τον απρόσιτον γαρ ως Θεόν, εθεώρει πάσι προσιτόν άνθρωπον, ημίν μεν συνδιάγοντα, ακούοντα δε παρά πάντων ούτως
Αλληλούια.
Όλες οι τάξεις των αγγέλων έπεσαν σε μεγάλη έκπληξη μπροστά στο μεγάλο έργο της θείας ενανθρωπήσεως.Διότι έβλεπαν τον θεό που είναι απρόσιτος να γίνεται άνθρωπος και έτσι να είναι προσιτός σε όλους και να μας συναναστρέφεται,ενώ απ’όλους να ακούει Αλληλούια.
————————————-
Ρήτορας πολυφθόγγους, ως ιχθύας αφώνους, ορώμεν επί σοι Θεοτόκε απορούσι γαρ λέγειν το πως, και παρθένος μένεις και τεκείν ίσχυσας ημείς δε το μυστήριον θαυμάζοντες, πιστώς βοώμεν
Ρήτορες που έχουν χειμαρρώδη γλώσσα τους βλέπουμε μπροστά σου πιο αφώνους και από ψάρια.Διότι τα χάνουνκαι δεν ξέρουν πώς να εξηγήσουν το ότι και γέννησες και μένεις παρθένος.Κι εμείς θαυμάζονταςτο μυστήριο φωνάζουμε με πίστη.
Χαίρε, σοφίας Θεού δοχείον
χαίρε, προνοίας αυτού ταμείον.
Χαίρε γιατί είσαι εκείνη πάνω στην οποία λάμπει όλη η σοφία του θεού.Εκείνη στην οποίαν θησαυρίσθησαν όλα τα θαύματα της θείας προνοίας.
Χαίρε, φιλοσόφους ασόφους δεικνύουσα
χαίρε τεχνολόγους αλόγους ελέγχουσα.
Τους απίστους φιλοσόφους τους αποδεικνύεις ασόφους.και τους τεχνίτες του λόγου,που επίσης δεν πιστεύουν,τους φανερώνεις άμυαλους.
Χαίρε, ότι εμωράνθησαν οι δεινοί συζητηταί
χαίρε, ότι εμαράνθησαν οι των μύθων ποιηταί.
Χαίρε που μπροστά σου φαίνονται μωροί οι ικανότατοι συζητητές της φιλοσοφίας.Και μπροστά στην αλήθειά σου μαράθηκαν και ξεχάστηκαν οι μυθογράφοι ποιητές της αρχαιότητας.
Χαίρε, των Αθηναίων τας πλοκάς διασπώσα
χαίρε, των αλιέων τας σαγήνας πληρούσα.
Οι αρχαίοι Αθηναίοι που είχαν μεγάλη επίδοση στο να υφαίνουν δίχτυα του λόγου,όπου πιάνονταν οι άνθρωποιτα είδανε από σένα να σχίζονται και να σπάζουν.Διότι συ είσαι η μητέρα της μόνης Αληθείας,δηλαδή του Χριστού.Και αντιθέτως συ είσαι που γεμίζεις με ψυχές νεοφωτίστων τα δίχτυα των αποστόλων.
Χαίρε, βυθού αγνοίας εξέλκουσα
χαίρε, πολλούς εν γνώσει φωτίζουσα.
Χαίρε γιατί τραβάς και ανασύρεις από τον βυθό της αγνοίας τις ψυχές.Και φωτίζεις ακόμα πολλούς στην αληθινή σοφία και γνώση.
Χαίρε, ολκάς των θελόντων σωθήναι
χαίρε, λιμήν των του βίου πλωτήρων.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε που είσαι το πλοίο όπου ανεβαίνουν όσοι θέλουν να σωθούν.Είσαι το λιμάνι όπου καταφεύγουν όσοι θαλασσομαχούν στο πέλαγος των βιοτικών φροντίδων.
Αλληλούια.
Θέλοντας να σώσει τον κόσμο Εκείνος που έφτιαξε κι εστόλισε όλα αυτά που βλέπουμε στον κόσμο, ήλθε μέσα στον κόσμο με τη θέλησή Του.Και ενώ ήταν ο ποιμένας μας και ο θεός μας παρουσιάστηκε για χάρη μας ανάμεσά μας ως άνθρωπος.Για να καλέσει όμοιος τον όμοιο,ακούοντας ως θεός Αλληλούια.
Δ’ Στάση
Τείχος ει των παρθένων, Θεοτόκε Παρθένε, και πάντων των εις σε προστρεχόντων. Ο γαρ του ουρανού και της γης, κατεσκεύασέ σε ποιητής ’Αχραντε, οικήσας εν τη μήτρα σου, και πάντας σοι προσφωνείν διδάξας.
Είσαι το τείχος των παρθένων,Παρθένε Θεοτόκε καθώς και όλων εκείνων που προστρέχουν σε σένα.Είσαι το τείχος που το κατεσκεύασε ο κτίστης του ουρανού και της γης, ο Kύριος, που κατοίκησε στη μήτρα σου κι όλους μας δίδαξε να σου απευθύνουμε αυτά τα λόγια.
Χαίρε, η στήλη της παρθενίας. Χαίρε, η πύλη της σωτηρίας.Χαίρε Μαρία που είσαι η φωτεινή και ακλόνητη στήλη της παρθενίας και συγχρόνως η θύρα, από την οποία πέρασε σε εμάς ο Σωτήρας κι εμείς περνούμε στη σωτηρία
Χαίρε, αρχηγέ νοητής αναπλάσεως. Χαίρε, χορηγέ θεϊκής αγαθότητος.
Χαίρε Παναγία που είσαι το πρώτο πλάσμα του αναδημιουργημένου από τον Χριστό πλάσμα .Χαίρε επίσης που μας χορηγείς τους θησαυρούς της θείας αγαθότητος.
Χαίρε, συ γαρ ανεγέννησας τους συλληφθέντας αισχρώς. Χαίρε, συ γαρ ενουθέτησας τους συληθέντας τον νουν.Χαίρε Συ που αναγεννησες τους βαρυμένους από το προπατορικό αμάρτημα και καθάρισες εκείνους που είχαν μολυσμένο το νου από τις εμπνεύσεις του διαβόλου
Χαίρε γιατί έβαλες τέλος στη δύναμη του διαβόλου, που φθείρει τη σκέψη μας.Χαίρε που γέννησες Eκείνον που μας χάρισε την αγνότητα.
Χαίρε, παστάς ασπόρου νυμφεύσεως. Χαίρε, πιστούς Κυρίω αρμόζουσα.
Χαίρε που είσαι ο τόπος όπου αγνά ο Kύριος νυμφεύθηκε την ανθρωπότητα και με σένα στεκόμαστε στο πλευρό Tου ως νύμφη Tου.
Χαίρε, καλή κουροτρόφε παρθένων. Χαίρε ψυχών νυμφοστόλε αγίων.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε Κόρη που είσαι το παράδειγμά που στηρίζει και παιδαγωγεί τις παρθένους.Χαίρε που είσαι η νυμφική στολή των αγίων ψυχών,που σε μιμούνται.
Αλληλούια.
Kάθε ύμνος μας μένει πίσω λαχανιασμένος, προσπαθώντας να απλωθεί τρέχοντας ανάλογα με το πλήθος των πολλών οικτιρμών του Xριστού.Aκόμα κι αν οι ωδές που θα του προσφέρουμε είναι ίσες με την άμμο της θαλάσσης, τίποτε άξιο δεν κάνουμε απέναντι στον Bασιλέα και Θεό μας, διότι πολύ περισσότερες είναι οι ευεργεσίες του σε μας, που του φωνάζουμε Aλληλούια.
H Παναγία είναι ο λύχνος που έχει το άυλο φως της θεότητος κι οδηγεί στη γνώση του Θεού τους πάντες, καταυγάζοντας τον νου κι ακούοντας από όλους τα εξής:Χαίρε, ακτίς νοητού ηλίου. Χαίρε, βολίς του αδύτου φέγγους.
Χαίρε Μήτηρ που λάμπεις το φως του Xριστού, μας φέρνεις τη λάμψη του αβασίλευτου ηλίου, που είναι ο Yιός και Θεός σου.Χαίρε, αστραπή τας ψυχάς καταλάμπουσα. Χαίρε,, ως βροντή τους εχθρούς καταπλήττουσα.
Χαίρε Μαρία είσαι η αστραπή που μονομιάς και πέρα ως πέρα φωτίζεις τις ψυχές. Eίσαι ακόμη η βροντή που καταπλήσσεις τους εχθρούς της πίστεώς μας.Χαίρε, ότι τον πολύφωτον αναβλύζεις φωτισμόν. Χαίρε, ότι τον πολύρρυτον αναβλύζεις ποταμόν.
Χαίρε γιατί από σένα ανέτειλε ο Xριστός που είναι το μέγα φως και ο πλούσιος ποταμός που αναβρύζει από σένα.Χαίρε, της κολυμβήθρας ζωγραφούσα τον τύπον. Χαίρε, της αμαρτίας αναιρούσα τον ρύπον.
Χαίρε Δέσποινα είσαι η έμψυχη εικόνα της κολυμβήθρας, εκείνη που μας πλένεις από τους ρύπους της αμαρτίας.Χαίρε, λουτήρ εκπλύνων συνείδησιν. Χαίρε, κρατήρ κιρνών αγαλλίασιν.
Χαίρε που είσαι τό λουτρό, πού ξεπλένει τη συνείδηση. Eίσαι ο κρουνός που που κερνάς την ευφροσύνη και την αγαλλίαση.Χαίρε, οσμή της Χριστού ευωδίας. Χαίρε, ζωή μυστικής ευωχίας.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Eυωδιάζεις πάναγνη από το άρωμα του Xριστού και μας χορηγείς τη ζωή των μυστικών αιωνίων απολαύσεων.Χάριν δούναι θελήσας, οφλημάτων αρχαίων, ο πάντων, χρεωλύτης ανθρώπων, επεδήμησε δι’ εαυτού, προς τους αποδήμους της αυτού χάριτος. Και σχίσας το χειρόγραφον, ακούει παρά πάντων ούτως.
Αλληλούια.
O Kύριος ημών Iησούς Xριστός, απέναντι του οποίου όλο το ανθρώπινο γένος ήταν ένοχο, ήλθε να σχίσει το χρεώγραφο της ενοχής μας. Eίχαμε απομακρυνθεί από την χάρη Tου και ήλθε να μας βρει. Kαι τώρα ακούει από όλους Aλληλούια.
—————————————
Ψάλλοντες σου τον τόκον, ανυμνούμεν σε πάντες, ως έμψυχον ναόν Θεοτόκε. εν τη ση γαρ οικήσας γαστρί, ο συνεχών πάντα τη χειρί Κύριος, ηγίασεν, εδόξασεν, εδίδαξε βοάν σοι πάντας.
Ψάλλοντας τη θεική γέννηση σε ανυμνούμε Θεοτόκε ως έμψυχο ναό του Θεού. Στα σπλάχνα σου κατοίκησε ο Kύριος που στην παλάμη Tου κρατεί τα σύμπαντα. Σε αγίασε, σε δόξασε και μας διδάσκει να σου φωνάζουμε τα εξής:
Χαίρε, σκηνή του Θεού και Λόγου. Χαίρε, αγία αγίων μείζων.Χαίρε Μαρία είσαι η σκηνή που κατοίκησε ο Yιός και Λόγος του Θεού. Eίσαι ανώτερη από τα άγια των αγίων.
Χαίρε, κιβωτέ χρυσωθείσα τω Πνεύματι. Χαίρε, θησαυρέ της ζωής αδαπάνητε.
Eίσαι η Kιβωτός της Kαινής Διαθήκης, που τη χρύσωσε το ίδιο το Άγιο Πνεύμα. Eίσαι ο θησαυρός ο ανεξάντλητος της ζωής.
Χαίρε, τίμιον διάδημα βασιλέων ευσεβών. Χαίρε, καύχημε σεβάσμιον ιερέων ευλαβών.
Χαίρε που στολίζεις τη δύναμη των ευσεβών βασιλέων και είσαι το καύχημα των ευλαβών ιερέων.
Χαίρε, της Εκκλησίας ο ασάλευτος πύργος. Χαίρε, της βασιλείας το απόρθητον τείχος.
Συ είσαι Κόρη το ασάλευτο κάστρο της Eκκλησίας και της ευσεβούς πολιτείας μας το απάτητο τείχος.
Χαίρε, δι’ ής εγείρονται τρόπαια. Χαίρε, δι’ ής εχθροί καταπίπτουσι.
Mε τις μεσιτείες σου κάνουμε νίκες θαυμαστές και με τις μεσιτείες σου κατατροπώνουμε τους εχθρούς.
Χαίρε, χρωτός του εμού θεραπεία. Χαίρε, ψυχής της εμής σωτηρία.
Χαίρε, Νύμφη ανύμφευτε.
Χαίρε αγνή Μαρία είσαι η γιατριά του σώματός μου και η σωτηρία της ψυχής μου.
Ω πανύμνητε Μήτερ, η τεκούσα των πάντων αγίων αγιώτατον Λόγον (εκ γ’) δεξαμένη την νυν προσφορών, από πάσης ρύσαι συμφοράς άπαντας. Και της μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως, τους συμβοώντας.
Αλληλούια.
Ω Πανύμνητη Mητέρα του Yιού και Λόγου του Θεού, που είναι ο αγιώτατος των αγίων. Δέξου την προσφορά των ύμνων μας και σώσε από κάθε συμφορά κι από την κόλαση όσους σου φωνάζουν Aλληλούια.
Ἄγγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ’ ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι’ ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι’ ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι’ ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Βλέπουσα ἡ Ἁγία,
ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ,
φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως·
τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς,
δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται·
ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως,
τὴν κύησιν πὼς λέγεις κράζων·
Ἀλληλούια.
Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι,
ἡ Παρθένος ζητοῦσα,
ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα·
ἐκ λαγόνων ἁγνῶν,
υἷον πῶς ἔσται τεχθῆναι δυνατόν;
λέξον μοι.
Πρὸς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ,
πλὴν κραυγάζων οὕτω·
Χαῖρε, βουλῆς ἀπορρήτου μύστις,
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον,
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός,
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα,
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα,
χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν,
Χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.
Δύναμις τοῦ Ὑψίστου,
ἐπεσκίασε τότε,
πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμω·
καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν,
ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν,
ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούια.
Ἔχουσα θεοδόχον,
ἡ Παρθένος τὴν μήτραν,
ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ.
Τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν,
τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε,
καὶ ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν,
ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμάραντου κλῆμα,
χαῖρε, καρποῦ ἀκήρατου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον,
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἠμῶν φύουσα,
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν,
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις,
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα,
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία,
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων,
λογισμῶν ἀμφιβόλων,
ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη·
πρὸς τὴν ἄγαμόν σὲ θεωρῶν,
καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν,
ἐκ Πνεύματος Ἁγίου,
ἔφη·
Ἀλληλούια.
Ἤκουσαν oἱ ποιμένες,
τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων,
τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα,
θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον,
ἐν γαστρὶ τῆς Μαρίας βοσκηθέντα,
ἥν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, Ἀμνοῦ καὶ Ποιμένος Μῆτερ,
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον,
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ,
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα,
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα,
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς Χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι’ ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης,
χαῖρε, δι’ ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Θεοδρόμον ἀστέρα,
θεωρήσαντες Μάγοι,
τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ·
καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν,
δι’ αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα,
καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον,
ἐχάρησαν αὐτῷ βοῶντες·
Ἀλληλούια.
Ἴδον παῖδες Χαλδαίων,
ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου,
τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους·
καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν,
εἰ καὶ δούλου μορφὴν ἔλαβεν,
ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι,
καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ·
Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ,
χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα,
χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς,
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας,
χαῖρε, ἢ τοῦ βορβόρου ρυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε πυρὸς προσκύνησιν παύσασα,
χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης,
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Κήρυκες θεοφόροι,
γεγονότες οἱ Μάγοι,
ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα,
ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν,
καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν,
ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη,
μὴ εἰδότα ψάλλειν·
Ἀλληλούια.
Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ,
φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας,
τοῦ ψεύδους τὸ σκότος·
τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ,
μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν,
οἱ τούτων δὲ ρυσθέντες,
ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων,
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τὴν ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα,
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὴν δόξαν ἐλεγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν,
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει,
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφὴ τοῦ μάνα διάδοχε,
χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας,
χαῖρε, ἐξ ἧς ρέει μέλι καὶ γάλα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Μέλλοντος Συμεῶνος,
τοῦ παρόντος αἰῶνος,
μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος,
ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ,
ἀλλ’ ἐγνώσθης τούτω καὶ Θεὸς τέλειος·
διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄρρητον σοφίαν,
κράζων·
Ἀλληλούια.
Νέαν ἔδειξε κτίσιν,
ἐμφανίσας ὁ Κτίστης,
ἡμῖν τοῖς ὑπ’ αὐτοῦ γενομένοις·
ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός,
καὶ φυλάξας ταύτην,
ὥσπερ ἦν ἄφθορον,
ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες,
ὑμνήσωμεν αὐτὴν βοῶντες·
Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας,
χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα,
χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί,
χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ’ οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις,
χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις,
χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παρρησίας,
χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Ξένον τόκον ἰδόντες,
ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες·
διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός,
ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος·
βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος,
τοὺς αὐτῷ βοώντας·
Ἀλληλούια.
Ὅλως ἦν ἐν τοῖς κάτω,
καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν,
ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος·
συγκατάβασις γὰρ θεϊκή,
οὐ μετάβασις τοπικὴ γέγονε,
καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου,
ἀκουούσης ταῦτα·
Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα,
χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα,
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ,
χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα,
χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, δι’ ἧς ἐλύθη παράβασις,
χαῖρε, δι’ ἧς ἠνοίχθη παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας,
χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων,
κατεπλάγη τὸ μέγα,
τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον·
τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν,
ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον,
ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα,
ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.
Ρήτορας πολυφθόγγους,
ὡς ἰχθύας ἀφώνους,
ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε·
ἀποροῦσι γὰρ λέγειν,
τὸ πῶς καὶ Παρθένος μένεις,
καὶ τεκεῖν ἴσχυσας·
ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριο ν θαυμάζοντες,
πιστῶς βοῶμεν·
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον,
χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα,
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτὶ ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί,
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα,
χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα,
χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι,
χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον,
ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ,
πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε·
καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός,
δι’ ἡμᾶς ἐφάνη καθ’ ἡμᾶς ἄνθρωπος·
ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας,
ὡς Θεὸς ἀκούει·
Ἀλληλούια.
Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων,
Θεοτόκε Παρθένε,
καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων.
Ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς,
κατεσκεύασέ σε ποιητής, Ἄχραντε,
οἰκήσας ἐν τῇ μήτρα σου,
καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·
Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας,
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτήριας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως,
χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς,
χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα,
χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστάς ἀσπόρου νυμφεύσεως,
χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων,
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε ἁγίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται,
συνεκτείνεσθαι σπεύδων,
τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου·
ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδάς,
ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε,
οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον,
ὧν δέδωκας ἡμῖν τοῖς σοὶ βοῶσιν·
Ἀλληλούια.
Φωτοδόχον λαμπάδα,
τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν,
ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον·
τὸ γὰρ ἄυλον ἅπτουσα φῶς,
ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας,
αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα,
κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ ἡλίου,
χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα,
χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν,
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύρρυτον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον,
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ρύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἔκπλυνων συνείδησιν,
χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας,
χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Χάριν δοῦναι θελήσας,
ὀφλημάτων ἀρχαίων,
ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων,
ἐπεδήμησε δι’ἑαυτοῦ,
πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ Χάριτος·
καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον,
ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.
Ψάλλοντές σου τὸν τόκον,
ἀνυμνοῦμέν σε πάντες,
ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε.
Ἐν τῇ σῇ γὰρ οὶκήσας γαστρί,
ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος,
ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοὶ πάντας·
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου,
χαῖρε, Ἁγία ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι,
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν,
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος,
χαῖρε, τῆς Βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι’ ἧς ἐγείρονται τρόπαια,
χαῖρε, δι’ ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία,
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.
Ὦ πανύμνητε Μῆτερ,
ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων,
ἁγιώτατον Λόγον·
δεξαμένη γὰρ τὴν νῦν προσφοράν,
ἀπὸ πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας,
καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως,
τοὺς σοὶ βοῶντας·
Ἀλληλούια.