Μια υπόθεση που θυμίζει σενάριο αστυνομικού θρίλερ και ταυτόχρονα αναδεικνύει τα «κενά» αλλά και την ευκολία χειραγώγησης κρίσιμων κρατικών μηχανισμών, εξιχνιάστηκε από την Υπηρεσία Εσωτερικών Υποθέσεων Σωμάτων Ασφαλείας.
Το καλοστημένο κύκλωμα λειτουργούσε εδώ και τουλάχιστον έξι μήνες, από τον Δεκέμβριο του 2024, με «έδρα» περιοχή της Δυτικής Ελλάδας. Στόχος του, η εξαπάτηση των Υγειονομικών Επιτροπών του Κέντρου Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.) για να εξασφαλίζονται πλαστά αναπηρικά επιδόματα σε άτομα που δεν τα δικαιούνταν, με τεράστια οικονομική ζημία για το ελληνικό Δημόσιο.
Στις 12 Ιουνίου 2025 μπήκαν χειροπέδες σε επτά άτομα, συγκεκριμένα στη 58χρονη αρχηγός της οργάνωσης, σε δύο υπάλληλους του e-ΕΦΚΑ (ο ένας με κομβικό ρόλο στις Επιτροπές ΚΕ.Π.Α.), σε ένα γιατρό (55 ετών), σε δύο νοσηλεύτριες δημόσιου νοσοκομείου (53 και 56 ετών) και σε μία ιδιώτη, σύζυγο του γραμματέα Επιτροπών ΚΕ.Π.Α.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε βαριά δικογραφία για πληθώρα αδικημάτων, μεταξύ των οποίων: απάτη κατά του Δημοσίου, δωροδοκία, πλαστογραφία, παράβαση καθήκοντος, σύσταση εγκληματικής οργάνωσης, και παράβαση του νόμου περί ναρκωτικών.
Επιπλέον, κατηγορούνται για ενεργή συμμετοχή ακόμη 34 άτομα, εκ των οποίων 28 έχουν ταυτοποιηθεί. Οι κατηγορούμενοι γνώριζαν άριστα το σύστημα. Εκμεταλλεύονταν θέσεις-κλειδιά στις Επιτροπές ΚΕ.Π.Α. και στο e-ΕΦΚΑ, ενώ χρησιμοποιούσαν μια σειρά από τεχνάσματα για να παρουσιάσουν τους υποψήφιους ως «βαριά ανάπηρους».
Κατά τη διάρκεια των εξετάσεων από τις επιτροπές, οι «πελάτες» εμφανίζονταν καθοδηγημένοι και προετοιμασμένοι από τα μέλη της οργάνωσης, γινόταν χρήση ηρεμιστικών φαρμάκων για να δείχνουν καταβεβλημένοι ή αποπροσανατολισμένοι, χρησιμοποιούνταν αμαξίδια, επιθέματα κατάκλισης, πάνες ακράτειας, ακόμα και ειδικά στρώματα, ώστε να παραπέμπουν σε εικόνα κατάκλισης ή παραπληγίας.
Ο 55χρονος γιατρός παρείχε ψεύτικες ιατρικές γνωματεύσεις και σε κάποιες περιπτώσεις ακόμα και ηλεκτρομυογραφήματα. Οι νοσηλεύτριες, κατ’ εντολή της αρχηγού, αναλάμβαναν την «προετοιμασία» του εξεταζόμενου, εμφανίζονταν ως συνοδοί και ενίσχυαν την παραπλανητική εικόνα.
Η 58χρονη γυναίκα, σύμφωνα με τα στοιχεία της δικογραφίας, είχε τον απόλυτο έλεγχο του κυκλώματος. Συντόνιζε όλα τα στάδια: από την εύρεση των υποψήφιων, την καθοδήγηση για την αλλοίωση της εικόνας τους, την οργάνωση των επαφών με γιατρούς και υπαλλήλους, μέχρι και τη διαχείριση των χρηματικών συναλλαγών. Χρησιμοποιούσε τηλεφωνικές συνδέσεις με ψεύτικα στοιχεία (ghost phones) και μεσάζοντες για να διασφαλίζει την επιχειρησιακή κάλυψη.
Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα σημεία της υπόθεσης είναι η ύπαρξη μιας «υποομάδας» που λειτουργούσε σχεδόν ανεξάρτητα από τον κεντρικό πυρήνα, αποτελούμενη από ένα ζευγάρι: Η γυναίκα εντόπιζε και στρατολογούσε νέα άτομα, καθοδηγούσε τις διαδικασίες υποβολής και τους παρέπεμπε στον σύζυγό της, υπάλληλο κρίσιμης θέσης στις Επιτροπές. Ο ρόλος του ήταν η μεσολάβηση για θετικές γνωμοδοτήσεις.
Το ζεύγος διαχειριζόταν τα «πελατολόγιά» του με σχετική αυτονομία, εισπράττοντας ίδιον όφελος. Η γυναίκα μάλιστα, δεν δίσταζε να προσφέρει ποσοστά σε τρίτους για την εξεύρεση νέων υποψηφίων. Ο 65χρονος γραμματέας των Επιτροπών ΚΕ.Π.Α. διαδραμάτιζε καίριο ρόλο στις αποφάσεις. Μεσολαβούσε ακόμα και σε επιτροπές στις οποίες δεν συμμετείχε προσωπικά, χάρη στις γνωριμίες του, πάντα βάσει οδηγιών της αρχηγού. Από την άλλη, η 48χρονη υπάλληλος στο Τμήμα Συντάξεων αποτελούσε το «κλειδί» στον προσδιορισμό των ποσών. Είχε πρόσβαση στα οικονομικά προφίλ των υποψηφίων, καθορίζοντας έτσι και την απαιτούμενη «αμοιβή». Συμμετείχε και στις γραφειοκρατικές διαδικασίες των αιτήσεων και ενστάσεων.
Αν και δεν έχει ακόμα αποτιμηθεί με ακρίβεια η ζημία, εκτιμάται πως τα ποσά που διοχετεύονταν ετησίως σε μη δικαιούχους ξεπερνούν τις εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, ίσως και άνω του 1 εκατομμυρίου, εάν ληφθεί υπόψη η συνολική διάρκεια δράσης και ο αριθμός των «πελατών».
Η υπόθεση προκαλεί σοβαρά ερωτήματα για τον έλεγχο και τη διαφάνεια στις διαδικασίες αξιολόγησης αναπηρίας, την πρόσβαση σε ευαίσθητα δεδομένα, και την ευκολία με την οποία κάποιοι δημόσιοι λειτουργοί ενδίδουν στον χρηματισμό. Η έρευνα συνεχίζεται, με στόχο την πλήρη χαρτογράφηση του δικτύου, την ταυτοποίηση όλων των εμπλεκομένων και την ανάκτηση παράνομων κερδών. Το ρεπορτάζ βασίστηκε σε επίσημες ανακοινώσεις της ΕΛ.ΑΣ., διασταυρωμένες πληροφορίες και δικαστικές πηγές.
ρεπορταζ Δημήτρης Μπιζιώτας