Κοινωνία

Χριστούγεννα του τότε και του σήμερα στην Ελλάδα

Την περίοδο των Χριστουγέννων γίνεται ένα πάντρεμα του σύγχρονου, όπως πρωτότυποι στολισμοί και του παλαιού αλλά όμορφου στοιχείου, όπως είναι η αναβίωση εθίμων. Κάθε γωνιά της Ελλάδας ακολουθεί ήθη και έθιμα, με διαφορετικό ή παρόμοιο τρόπο, τόσα πολλά που θα μπορούσαν να γραφούν τόμοι ολόκληροι αυτά. Αξίζει να αναφέρουμε μερικά, για να πάρουμε μία γιορτινή χριστουγεννιάτικη γεύση. Με ιδιαίτερο χρώμα και διαφορετικά έθιμα κάθε φορά από τόπο σε τόπο, από νησί σε νησί και από χωριό σε χωριό γιορτάζονται τα Χριστούγεννα και την πρωτοχρονιά.

Ένα κοινό αγαπημένο μουσικό, λαογραφικό έθιμο και ιδιαίτερα επίκαιρο, τα κάλαντα είναι δημοτικά ευχητικά και εγκωμιαστικά τραγούδια που ψάλλονται εθιμικά κατ΄ έτος κυρίως την παραμονή μεγάλων θρησκευτικών εορτών όπως των Χριστουγέννων, της Πρωτοχρονιάς (Αγ. Βασιλείου), των Θεοφανίων και των Βαΐων (ή Λαζάρου), με εξαίρεση εκείνων της Μεγάλης Παρασκευής που είναι κατανυκτικά. Οι καλαντιστές, τραγουδιστές και οργανοπαίχτες, συνοδεύουν τα κάλαντα με παραδοσιακά μουσικά όργανα, όπως το γνωστό μας σιδερένιο τρίγωνο, το λαούτο, το νταούλι η τσαμπούνα, η φλογέρα.

Η ημέρα που ψάλλονται τα κάλαντα σε ορισμένες περιοχές ονομάζονται “Κάλαντα” (Κόλιντα, Κόλεντας, Κόλιαντας) με εξαίρεση την Μήλο που ψέλνονταν μόνο τη παραμονή της Πρωτοχρονιάς, συντασσόμενα κάθε φορά νέα κάλαντα, με τα οποία όμως ζητούσαν οικονομική συνδρομή για κάποιο κοινωνικό σκοπό (πχ ανέγερση ή επιδιόρθωση ναού) δίδοντας και συμβουλές προς τους άρχοντες η παρατηρήσεις με σκωπτικό χαρακτήρα. Τέτοιες είναι και οι σχετικές “μαντινάδες” της Κρήτης ή “κοτσάκια” της Νάξου” με σκωπτικό επίσης χαρακτήρα που ψάλλονται ως “κάλαντα”. Στην Κρητική διάλεκτο τα αποκαλούν «Κάλαντρα» οι καλαντράδες.
Τα έθιμα των Χριστουγέννων αναβιώνουν ακόμη και σήμερα. Στην Κρήτη και στην Πελοπόννησο αλλά και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας τις παραμονές των Χριστουγέννων οι γυναίκες φτιάχνουν το «χριστόψωμο», το ευλογημένο ψωμί στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι., το ψωμί που θα στηρίξει τη ζωή του νοικοκύρη και της οικογένειάς του. Την ημέρα των Χριστουγέννων, κατά τη διάρκεια του μεσημεριανού γεύματος, ο νοικοκύρης του σπιτιού παίρνει το χριστόψωμο, το σταυρώνει, το κόβει και το μοιράζει σε όλη την οικογένεια του και σε όσους παρευρίσκονται στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Πολλοί παρομοιάζουν την διαδικασία αυτή, με το μυστήριο της Θείας κοινωνίας.
Στα Δωδεκάνησα παλιά τις μέρες των Χριστουγέννων όλα τα σπίτια ήταν άσπρα από τον ασβέστη και καθαρά, ενώ οι σπιτονοικοκύρηδες – ιδίως τα παιδιά – φορούσααν καθαρά ρούχα. Τα κάλαντα θυμίζουν τα κάλαντα της υπόλοιπης Ελλάδας αλλά έχουν διαφορετικό μουσικό ρυθμό, συνοδεύονταν από λύρα και μαντολίνο. Στη Ρόδο συνηθίζουν να πηγαίνουν οικογενειακά στην εκκλησία και αμέσως μετά επισκέπτονται τους ηλικιωμένους γονείς, παππούδες για ευχές των Χριστουγέννων.
 Την Πρωτοχρονιά διατηρείται το έθιμο της «μπουλουστρίνας». Σε πολλές περιοχές της Δωδεκανήσου τα μικρά παιδιά την πρώτη ημέρα του χρόνου επισκέπτονται τους συγγενείς (γιαγιάδες, παππούδες, θείους, νονούς) και παίρνουν από αυτούς κάποιο χρηματικό ποσό, το δώρο τους που ονομάζεται «μπουλουστρίνα».
Στην Ικαρία διατηρείται το έθιμο και σήμερα σε πολλά χωριά, σύμφωνα με το οποίο τα κάλαντα απαγγέλλονται από ενήλικες σε όλα τα σπίτια, έχουν ανοιχτή την πόρτα τους και τους περιμένουν. Είθισται να γίνονται και τα χοιροσφάγια που συνοδεύονται από τον περίφημο Πράμνειο οίνο της Ικαρίας, για να καταλήξουν σε ένα ωραίο γλέντι, όπου οι κάτοικοι «χοροσταλίζουν» ως το πρωί. Ανήμερα της Πρωτοχρονιάς ξεκινάνε από το πρωί και πηγαίνουν σε κάθε σπίτι για τα Ικαριώτικα Κάλαντα. Οι νυκοκυραίοι τους κερνάνε κρασί, φαγητό και μετά φεύγουν όλοι μαζί και πάνε σε άλλα σπίτια του χωριού.
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς στην Πελοπόννησο ιδιαίτερα ο νοικοκύρης κρατάει στην τσέπη του ένα ρόδι, για να το λειτουργήσει. Γυρίζοντας στο σπίτι του, πρέπει να χτυπήσει το κουδούνι της εξώπορτας ή να ανοίξει ο ίδιος με το κλειδί και να είναι ο πρώτος που θα μπει στο σπίτι το νέο έτος. Μπαίνει με το δεξί, σπάει το ρόδι πίσω από την εξώπορτα, με δύναμη για να πεταχτούν οι ρόγες του παντού και ταυτόχρονα λέει «με υγεία, ευτυχία και χαρά, το νέο έτος και όσες ρώγες έχει το ρόδι, τόσες λίρες να έχει η τσέπη μας όλη τη χρονιά». Τα παιδιά μαζεμένα γύρω- γύρω κοιτάζουν τις ρόγες αν είναι τραγανές και κατακόκκινες. Όσο γερές και όμορφες είναι οι ρόγες, τόσο χαρούμενες και ευλογημένες θα είναι οι μέρες που φέρνει μαζί του ο νέος χρόνος.
Πολλά είναι και τα έθιμα και στις περιοχές της Κεντρικής Ελλάδας. Παλαιότερα, τα μεσάνυχτα της παραμονής των Χριστουγέννων , στα χωριά της Κεντρικής Ελλάδας, γίνεται το «τάισμα» της βρύσης. Οι κοπέλες του χωριού, λίγες ώρες πριν να ξημερώσουν τα Χριστούγεννα, πηγαίνουν σιωπηλά στις βρύσες του χωριού για να πάρουν το αμίλητο» νερό. Αλείφουν με βούτυρο και μέλι τη βρύση, με την ευχή όπως τρέχει το νερό να τρέχει και η προκοπή στο σπίτι τον καινούριο χρόνο και όπως γλυκό είναι το μέλι, έτσι γλυκιά να είναι και η ζωή τους. Για να έχουν καλή σοδειά φέρνουν στη βρύση βούτυρο, τυρί ή ψημένο σιτάρι, κλαδί ελιάς ή όσπρια. Φροντίζουν να φτάσουν εκεί όσο το δυνατόν νωρίτερα, γιατί, όπως λένε, όποια πάει πρώτη στη βρύση, αυτή θα σταθεί η πιο τυχερή ολόκληρο το χρόνο. Επιστρέφοντας στο σπίτι οι γυναίκες φέρνουν το καινούριο νερό, αφού πρώτα αδειάσουν από τα βαρέλια τους το παλιό.Με το «αμίλητο νερό» οι γυναίκες ραντίζουν τα σπίτια τους για να έχουν ευρωστία και καλή τύχη.
Στη Θεσσαλία τα νεαρά κορίτσια και αγόρια επιστρέφοντας στο σπίτι από την εκκλησία τοποθετούσαν δίπλα στο αναμμένο τζάκι μικρά λυγερά κλαδιά δέντρων, που αντιπροσωπεύουν τις προσωπικές τους επιθυμίες. Κλαδιά κέδρου για τα κορίτσια και αγριοκερασιάς για τα αγόρια. Το κλαδί που θα καεί αντιπροσωπεύει καλούς οιωνούς για τον κάτοχο του. Πιστεύεται ότι το άτομο του οποίου κάηκε πρώτο θα είναι και το πρώτο που θα παντρευτεί. Επίσης, την περίοδο των Φώτων στις ορεινές περιοχές της Θεσσαλίας, διατηρείται το έθιμο της καύσης κλαδιών κέδρου ακόμη και σήμερα, για να φύγουν οι καλικάτζαροι.
Στις πεδινές περιοχές της Θεσσαλίας, στην Κοζάνη και στην Καστοριά με κάποιες παραλλαγές, αναβιώνει το έθιμο Ρουγκατσάρια ή Ρουγκάτσια ή Λουγκατζάρια, μια ομάδα νέων ανδρών που μεταμφιέζονται με παλιά ρούχα και δέρματα φορώντας κουδούνια, γυρνούν σε όλα τα σπίτια του χωριού και μαζεύουν φιλοδωρήματα. Οι μεταμφιέσεις αναπαριστούν πνεύματα και δυνάμεις της φύσης καθώς και προγονικές ψυχές, στις οποίες γίνεται επίκληση για να βοηθήσουν στην νέα καλλιεργητική περίοδο και την καλή σοδειά των δημητριακών. Η προσθήκη κουδουνιών, έχει σκοπό να διώξει κάθε κακό, ταυτόχρονα, με το θόρυβο και τα πηδήματα, να “ξυπνήσει” το σπόρο σταριού, που “κοιμάται” μέσα στη γη για να αρχίσει να βλαστήσει. Στο κέντρο της ομάδας βρίσκεται ο γαμπρός, ντυμένος με φουστανέλα και η νύφη, την οποία υποδύεται κάποιος νέος ντυμένος με την επίσημη νυφική φορεσιά και τα κοσμήματά της, βαστώντας τσάντα για τα φιλοδωρήματα και ένα μήλο.
Προχωρώντας πιο βόρεια, στη Μακεδονία, στα χωριά της Βόρειας Ελλάδας τις παραμονές των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού ψάχνει το «Χριστόξυλο» στα χωράφια. Διαλέγει το πιο όμορφο και γερό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων, όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι, ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούργια φωτιά και μπαίνει στην εστία του το Χριστόξυλο. Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού , καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη του. Κάθε οικογένεια, προσπαθεί να διατηρήσει αυτή τη φλόγα αναμμένη για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα μέχρι τα Φώτα. Αναβιώνει και το πρωτοχρονιάτικο έθιμο, όπου άτομα μεγάλης ηλικίας γυρνούν μεταμφιεσμένα στα σπίτια με αμοιβή είδη τροφίμων, όπως αλεύρι, τραχανά και λουκάνικα. Αφού συγκεντρώσουν την ποσότητα που θέλουν, συγκεντρώνονται σε ένα σπίτι, μαγειρεύουν και γλεντούν.
Μεταμφιεσμένοι περιφέρονται την παραμονή των Φώτων, κρατώντας κουδούνια δημιουργούν δυνατό θόρυβο για να φοβίσουν τους καλικάντζαρους. Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του νομού Δράμας αναβιώνει το έθιμο των Μωμόγερων καθ’ όλο το δωδεκαήμερο των γιορτών, το οποίο προέρχεται από τους Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου προέρχεται από τις λέξεις “μίμος” η “μώμος” και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί φορώντας τομάρια ζώων-λύκων τράγων ή άλλων- ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι “Μωμόγεροι” εμφανίζονται εύχονται τύχη για τη να χρονιά. γυρίζοντας στους δρόμους των χωριών και τραγουδώντας τα κάλαντα.
Η Θράκη κατέχει την πρωτιά στο μεγάλο αριθμό χριστουγεννιάτικων τραγουδιών, αφού μόνο στο χωριό Μάνη της επαρχίας Διδυμότειχου, παρουσιάζει 47 χριστουγεννιάτικα τραγούδια. Στη Θράκη, τα παιδιά μέχρι το 1930, από τη Σαρακοστή των Χριστουγέννων, κάνουν πρόβες για τα «Κόλιαντα». Έτσι το πρωί της παραμονής των Χριστουγέννων, με τις ομάδες τους ξεχύνονταν στα θεοσκότεινα σοκάκια του χωριού, κρατώντας στα χέρια τους χοντρά και μακριά ξύλα, τις «τσουμάκες». Τα ξύλα αυτά συμβολίζουν τη γιορτή των Χριστουγέννων και τα ραβδιά των ποιμένων της Βίβλου.
Ήταν τα προστατευτικά τους μέσα από τις επιθέσεις των σκυλιών. Μ’ αυτές επίσης θα χτυπούσαν τις πόρτες των σπιτιών, για να τους ανοίξουν. Το εθιμοτυπικό εδεσμάτων διατηρείται ακόμη και σήμερα στη Θράκη. Την παραμονή των Χριστουγέννων το τραπέζι στρώνεται με εννιά διαφορετικά φαγητά, άβραστα και νηστίσιμα, ώστε η σημειολογία να παραπέμπει σε αφθονία φαγητών όλο τον χρόνο. Τα εννέα πιάτα συμβολίζουν τους εννέα μήνες της εγκυμοσύνης της Παναγίας μας και ακόμη μερικά πιάτα που ήταν στο τραπέζι είχαν το δικό τους συμβολισμό. Τα εννέα πιάτα συμβολίζουν τους εννέα μήνες της εγκυμοσύνης της Παναγίας μας και ακόμη μερικά πιάτα που ήταν στο τραπέζι είχαν το δικό τους συμβολισμό. Στην περιοχή του Διδυμότειχου το μέλι συμβολίζει τη συνδρομή κάθε μέλους της οικογένειας στον οικογενειακό κορβανά. Το κρασί, σερβίρεται για να μεγαλώνει και να «απλώνει» η οικογένεια σαν κληματαριά, η πίτα για να έχει αφθονία το σιτάρι και το μήλο για να έχει η οικογένεια το «ροδοκόκκινο» χρώμα της υγείας.
Άρθρο της  Δροσούλας Θεοχαροπούλου
Facebook Comments Box

Απάντηση