«Όταν ήθελα να τραγουδήσω για την αγάπη, μετατράπηκε σε θλίψη. Και όταν ήθελα να τραγουδήσω για τη θλίψη, μετατράπηκε για μένα σε αγάπη».
-Φραντς Σούμπερτ
Αν και πέθανε σε ηλικία μόλις 31ος ετών, άφησε πίσω του μία μεγάλη διαχρονική περιουσία 189 χρόνων. Αυτό φαίνεται στη σύνθεση 600 Λήντερ(=ρομαντικά τραγούδια) αλλά και σε πολλές συμφωνίες, σονάτες, έργα μουσικής δωματίου, θρησκευτικά έργα, μερικές όπερες και πολλά άλλα. Ο Φραντς Πέτερ Σούμπερτ(Franz Peter Schubert) γεννήθηκε στις 31 Ιανουαρίου του 1797 σε ένα προάστιο της Βιέννης. Υιός δάσκαλου μουσικής οπότε από μικρή ηλικία είχε μουσική παιδεία. Σε ηλικία 11 ετών λόγω καλλιφωνίας εισηχθεί στη παιδική χορωδία του Βασιλικού Παρεκκλησίου κατόπιν διαγωνισμού όπου εκεί διδάχθηκε βιολί και πιάνο. Με δάσκαλο τον Αντόνιο Σαλιέρι άρχισε να μελετά σύνθεση και παράλληλα σπούδασε παιδαγωγός στην Ανωτέρα Σχολή.
Το 1808, ο Schubert πέρασε τις εισαγωγικές εξετάσεις για την Stadtkonvict, που προετοίμαζε χορωδούς για την αυτοκρατορική αυλή του Chapel. Η ζωή εκεί ήταν δύσκολη για τον Franz, συχνά μέσα σε συνθήκες κρύου, πείνας και αυστηρής πειθαρχίας. Όταν όμως ο Schubert προσαρμόστηκε, ασχολήθηκε σκληρά με τη μουσική μελέτη και δημιούργησε στενούς φιλικούς δεσμούς εκεί, ιδιαίτερα με τον Josef Spaun, που έμεινε φίλος του για όλη τη ζωή του. Στην Stadtkonvict, o Schubert πραγματοποίησε τις πρώτες του συνθέσεις. Με χαρτί που του προμήθευσε ο Spaun, έγραψε το πρώτο του τραγούδι, Hagars Klage, το οποίο και υπέπεσε στην αντίληψη του Salieri, διευθυντή της Convict. Ο Salieri εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από το κατόρθωμα του νεαρού Franz, που τον έθεσε υπό την προσωπική επίβλεψη του Ruczizka, καθηγητή αρμονίας, ο οποίος αργότερα είπε στον Salieri: «Ο Schubert φαίνεται να έχει διδαχθεί από τον ίδιο το Θεό, αυτό το παιδί ξέρει τα πάντα!».
Από το 1814 ως το 1818 εργαζόταν ως δάσκαλος στο ίδιο σχολείο όπου δούλευε και ο πατέρας του. Το επάγγελμα αυτό βέβαια δεν τον ενδιέφερε καθόλου, ενώ αντίθετα είχε πάρει την απόφαση να ασχοληθεί με τη σύνθεση. Τα χρόνια αυτά ήταν τα πιο παραγωγικά του: συνέθεσε τότε πέντε συμφωνίες, τέσσερις λειτουργίες και όπερες και πολλά Λήντερ.
Την ίδια εποχή εκτελείται για πρώτη φορά σε ευρύ κοινό η 1η του Λειτουργία, που ήταν μια μεγάλη επιτυχία, με το δάσκαλό του Salieri να τον διακρίνει ως μελλοντικό ένδοξο συνθέτη. Η σοπράνο Therese Grob, που συμμετείχε στη συναυλία, έγινε ο έρωτας της ζωής του Schubert, αλλά είτε λόγω της ανησυχίας της οικογένειάς της για την άσχημη οικονομική προοπτική του, είτε λόγω των περιοριστικών νόμων περί γάμου εκείνης της εποχής, η σχέση τους δεν έφτασε μέχρι το γάμο, και η Therese παντρεύτηκε άλλον στα 1820.
Το 1818 εγκαταλείπει το διδασκαλικό επάγγελμα ενώ κυρίως ζούσε με την βοήθεια φίλων που είχαν το ίδιο σκεπτικό για μία μποέμ ζωή, χωρίς κάποια πηγή εσόδων να υπάρχει. Ο κόμης Εστερχάζι τον προσέλαβε εκείνη τη χρονιά για να διδάξει μουσική στις κόρες του. Από τότε ζούσε μόνιμα στη Βιέννη και από το 1820, όταν τα έργα του εκτελέστηκαν για πρώτη φορά δημόσια, είχε τις πρώτες επιτυχίες. Ιδιαίτερα δημοφιλείς ήταν οι μουσικές βραδιές, γνωστές ως “σουμπερτιάδες”, στις οποίες συνόδευε στο πιάνο τον βαρύτονο Μίκαελ Φογκλ, κύριο ερμηνευτή των Λήντερ (Lieder) του.
Όσο ζούσε έτυχε περιορισμένης αναγνώρισης, Στη Βιέννη τότε μεσουρανούσε ακόμα ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, ο οποίος σύμφωνα με την άποψη κάποιων, επισκίασε το έργο του Σούμπερτ. Ο Σούμπερτ πάντως ήταν θαυμαστής του Μπετόβεν από το 1814, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε ο «Φιντέλιο». Και ο Μπετόβεν όμως είχε εκτιμήσει το έργο του Σούμπερτ και μάλιστα οι δύο συνθέτες συναντήθηκαν για μία και μοναδική φορά στις 19 Μαρτίου 1827. Λίγο καιρό μετά ο Μπετόβεν πέθανε. Ωστόσο, ο ποιητής Franz Grillparzerγράφει στο μνημείο του Σούμπερτ: «Η Τέχνη της Μουσικής ενταφίασε εδώ ένα πλούσιο απόκτημα, αλλά ακόμη ωραιότερες προσδοκίες»
Το 1823 διαπιστώθηκε ότι πάσχει από σύφιλη, ανίατη και θανατηφόρα ασθένεια εκείνη την εποχή. Αυτό το γεγονός του δημιούργησε κατάθλιψη και τον επηρέασε σημαντικά. Πιθανολογείται ότι ακριβώς, αυτή η άσχημη ψυχολογική του κατάσταση τον εμπόδισε να ολοκληρώσει την 8η συμφωνία του, που έμεινε για πάντα γνωστή με το όνομα Ημιτελής. Παράλληλα, για οικονομικούς λόγους αναγκάστηκε να ξαναεργαστεί ως δάσκαλος. Τα χρόνια περνούσαν με εναλλαγές ανάμεσα στην επιτυχία και τις δυσκολίες ως το 1828, όταν η ήδη κλονισμένη υγεία του επιδεινώθηκε από τυφοειδή πυρετό, που τον οδήγησε τελικά στο θάνατο, στις 19 Νοεμβρίου και σε ηλικία 31 ετών. Τα τελευταία του λόγια ήταν: ”ιδού, ιδού το τέλος μου”.
Τα έργα του:
9 συμφωνίες
15 κουαρτέτα εγχόρδων
Κουιντέτο εγχόρδων “Η πέστροφα”
2 τρίο για πιάνο
Περίπου 20 σονάτες για πιάνο
6 Μουσικές στιγμές για πιάνο
8 Improptus για πιάνο
Φαντασία σε ντο μείζονα Ο Οδοιπόρος για πιάνο
πάνω από 600 Λήντερ (Lieder), με σημαντικότερους τους κύκλους ” Η Ωραία Μυλωνού” και “Χειμωνιάτικο ταξίδι”
4 λειτουργίες
Ορατόριο “Λάζαρος”
4 Όπερες
Μιλένα Αμπράμοβιτς, Δημοσιογράφος
πηγή: http://www.eoellas.org