Οι 3 ιστορίες του Στιβ Τζομπς: «Μείνε πεινασμένος, κάνε την τρέλα σου» (ΒΙΝΤΕΟ)
Η ομιλία του ιδρυτή της Apple Στιβ Τζομπς στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ τον Οκτώβριο του 2011
Του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΚΟΥΤΟΥΒΕΛΑ
Στις 5 Οκτωβρίου του 2011 έφυγε από τη ζωή ο πιο σημαντικός άνθρωπος της εταιρίας Apple, από καρκίνο στο πάγκρεας. Ήταν συνιδρυτής της εταιρίας (1976), πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, αλλά δεν ήταν μόνο οι «τίτλοι», που τον καθιστούν μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες στον κλάδο της τεχνολογίας. Τον Ιούλιο του 2005, ο Τζόμπς εκφώνησε μία συγκλονιστική ομιλία στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ στην οποία συμβουλεύει τους νέους μέσα από τρεις δικές του ιστορίες και μαθήματα, που μπορεί τότε να μην καταλάβαινε, αλλά στο τέλος όλα τον οδήγησαν στην κορυφή.
Δείτε το βίντεο:
Ολόκληρη η ομιλία στα ελληνικά
“Είναι μεγάλη μου τιμή να βρίσκομαι σήμερα μαζί σας, στην τελετή αποφοίτησης σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου. Δεν πήρα ποτέ πανεπιστημιακό πτυχίο. Για να πούμε την αλήθεια, αυτή η μέρα είναι ότι κοντινότερο σε αποφοίτηση έχω ζήσει. Έτσι είναι, αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα. Θέλω να μοιραστώ μαζί σας τρεις ιστορίες.
Η πρώτη ιστορία έχει να κάνει με το πως ενώνεις τα σημεία, κοιτάζοντας πίσω..
Εγκατέλειψα το κολέγιο του Ριντ στο πρώτο εξάμηνο, αλλά τριγυρνούσα στους χώρους του άλλο ενάμισι χρόνο, πριν τα παρατήσω για τα καλά. Λοιπόν, γιατί τα παράτησα? Όλα ξεκίνησαν πριν καν γεννηθώ.. Η πραγματική μου μητέρα ήταν μια νεαρή, ανύπαντρη απόφοιτος κολεγίου, που αποφάσισε να με δώσει για υιοθεσία. Η μεγαλύτερη επιθυμία της, ήταν να με υιοθετήσει ένα ζευγάρι πανεπιστημιακής μόρφωσης και κανόνισε τα πάντα, ώστε μόλις γεννηθώ να με υιοθετήσει ένας δικηγόρος και η σύζυγός του. Το πρόβλημα ήταν πως μόλις ξεπρόβαλα, εκείνοι αποφάσισαν ότι θέλουν ένα κοριτσάκι. Έτσι οι γονείς μου, που ήταν καταγεγραμμένοι σε ένα είδος “λίστας αναμονής”, δέχτηκαν ένα τηλεφώνημα, που τους ανακοίνωσε “ξαφνικά βρέθηκε ένα αγοράκι, το θέλετε?” “Φυσικά” απάντησαν. Αλλά η βιολογική μου μητέρα ανακάλυψε πως η θετή μου μητέρα δεν είχε πάει ποτέ στο πανεπιστήμιο και πως ο θετός πατέρας μου δεν είχε καν αποφοιτήσει από το λύκειο. Έτσι αρνήθηκε να υπογράψει τα χαρτιά της υιοθεσίας, υποχώρησε μόνο μετά από κάμποσους μήνες, όταν οι γονείς μου της υποσχέθηκαν πως κάποια μέρα θα πήγαινα στο κολέγιο. Δεκαεπτά χρόνια αργότερα, έτσι κι έγινε.
Αλλά επέλεξα αφελώς ένα κολέγιο πανάκριβο,σχεδόν σαν το Στάνφορντ, πράγμα που σήμαινε πως σχεδόν όλες οι οικονομίες των σκληρά εργαζόμενων γονιών μου,θα πήγαιναν στα δίδακτρα. Μετά από έξι μήνες, δεν έβλεπα καμία χρησιμότητα σ΄αυτό, δεν είχα ιδέα τι ήθελα να κάνω στην ζωή μου και το κολέγιο δεν μου έδινε κανένα μπούσουλα για να το βρω.Επιπλέον, ξόδευα τις οικονομίες μιας ζωής των γονιών μου. Αποφάσισα λοιπόν να τα παρατήσω, ελπίζοντας πως όλα θα πήγαιναν κατ, ευχήν, εκείνη την εποχή ήμουν στ΄ αλήθεια φοβισμένος, αλλά τώρα ξέρω πως αυτή ήταν μια από τις καλύτερες αποφάσεις που πήρα ποτέ μου. Από τη στιγμή που εγκατέλειψα τις σπουδές μου έπαψα να γράφομαι σε ένα σωρό προαπαιτούμενα μαθήματα που δεν με ενδιέφεραν και παρακολουθούσα ως ελεύθερος ακροατής μόνο εκείνα που μου άρεσαν. Δεν ήταν βέβαια όλα τόσο υπέροχα: δεν δικαιούμουν δωμάτιο στην εστία κι έτσι κοιμόμουν «στρωματσάδα» σε δωμάτια φίλων μου· για να φάω μάζευα άδεια μπουκάλια κόκα κόλα για 5 σεντς το ένα και για να έχω τουλάχιστο ένα αξιοπρεπές γεύμα τη βδομάδα χρειαζόταν να περπατάω κάθε Κυριακή βράδυ 7 χιλιόμετρα, αλλά περνούσα καλά. Κι ένα σωρό από όσα γνώρισα ακολουθώντας τη διαίσθησή μου και προσπαθώντας να ικανοποιήσω την περιέργειά μου, αποδείχτηκαν ανεκτίμητα στο μέλλον.
Εκείνη την εποχή το «Ριντ» είχε ίσως ένα από τα καλύτερα μαθήματα καλλιγραφίας στη χώρα. Παντού στο κάμπους έβλεπες θαυμάσια καλλίγραφα πόστερ, πινακίδες και σχέδια, καθώς είχα εγκαταλείψει τις σπουδές μου και δεν ήμουν υποχρεωμένος να παρακολουθήσω κάποιο μάθημα, αποφάσισαν να πάω να παρακολουθήσω καλλιγραφία, για να δω πώς κατάφερναν αυτά τα θαύματα. Έμαθα έτσι για τις γραμματοσειρές «σέριφ» και «σανς σέριφ», για τις αποστάσεις μεταξύ γραμμάτων -ανάλογα με τα γράμματα- ό,τι κάνει υπέροχη την τυπογραφία. Ήταν ένα θαυμάσιο μάθημα, γεμάτο ιστορία, καλλιτεχνία και καλαισθησία, που πραγματικά με συνεπήρε,ούτε μου περνούσε από το μυαλό πως όλα τούτα θα μου χρησίμευαν κάποια μέρα στη ζωή μου και δέκα χρόνια αργότερα όμως, όταν σχεδιάζαμε τον πρώτο υπολογιστή «Μάκιντος» ξαναθυμήθηκα εκείνο το μάθημα,χρησιμοποιήσαμε στο Μακ όλα όσα είχα μάθει.
Εκείνος ήταν ο πρώτος υπολογιστής που διέθετε καλλιγραφία,αν δεν είχα παρακολουθήσει εκείνο το συγκεκριμένο μάθημα, οι Μάκιντος δεν θα είχαν ποτέ πολλές γραμματοσειρές ή μεγέθη γραμμάτων. Κι αν δεν τα είχα παρατήσει, δεν θα είχα παρακολουθήσει ποτέ μου εκείνο το μάθημα καλλιγραφίας κι οι υπολογιστές δεν θα πρόσφεραν τις δυνατότητες καλλιγραφίας που προσφέρουν σήμερα. Φυσικά ήταν αδύνατο να τα προβλέψω όλα αυτά όταν ήμουν στο κολέγιο,δέκα χρόνια αργότερα όμως, ήταν όλα πολύ-πολύ ξεκάθαρα. Θέλω να πω, πότε δε γίνεται να προβλέψεις την πορεία σου, για να την εκτιμήσεις θα πρέπει να την κοιτάξεις προς τα πίσω. Χρειάζεται λοιπόν να εμπιστευτείτε πως όλα τα βήματά σας, πως με κάποιο τρόπο σας οδηγούν στο μέλλον σας, πρέπει να εμπιστευθείτε κάτι -ή κάποιον: το ένστικτό σας, τη μοίρα, το κάρμα, τη ζωή, δεν έχει σημασία. Αυτή η άποψη ποτέ δεν με απογοήτευσε και καθόρισε τη ζωή μου.
Η δεύτερη ιστορία έχει να κάνει με την αγάπη και την απώλεια…
Ήμουν τυχερός – πολύ νωρίς ανακάλυψα τι ήθελα να κάνω στη ζωή. Ο Woz κι εγώ ξεκινήσαμε την Apple στο γκαράζ του σπιτιού των δικών μου, όταν εγώ ήμουν 20 χρονών. Δουλέψαμε σκληρά, και σε 10 χρόνια η Apple είχε αναπτυχθεί από μια δουλειά που την κάνανε δύο άνθρωποι μέσα σε ένα γκαράζ σπιτιού σε μία εταιρεία αξίας $2 δισεκατομμυρίων δολαρίων με περισσότερους από 4000 υπαλλήλους. Είχαμε μόλις βγάλει στην αγορά την καλύτερή μας δημιουργία – το Macintosh – έναν χρόνο νωρίτερα, κι εγώ μόλις είχα γίνει 30 ετών. Και τότε, με απέλυσαν. Πως μπορείς να απολυθείς από μία εταιρεία που ξεκίνησες και έστησες εσύ; Έ, καθώς η Apple μεγάλωνε, προσλάβαμε κάποιον που εγώ νόμιζα ότι ήταν ταλαντούχος για να διοικεί την εταιρεία μαζί μου.
Και για τον πρώτο σχεδόν χρόνο, τα πράγματα πήγαιναν καλά. Αλλά τότε, τα οράματα και τα σχέδιά μας για το μέλλον άρχισαν να αποκλίνουν, και τελικά είχαμε μία «έκρηξη», έναν μεγάλο καυγά μεταξύ μας. Όταν συνέβη αυτό, το Διοικητικό Συμβούλιο τάχθηκε με το μέρος αυτού του ανθρώπου που εμείς είχαμε προσλάβει για να μας ξαλαφρώσει στην διοίκηση της εταιρείας. Έτσι λοιπόν, στα 30 μου χρόνια, με πέταξαν έξω. Και μάλιστα με τον πιο «δημόσιο», πιο ταπεινωτικό τρόπο. Ό,τι ήταν έως τότε, το επίκεντρο της ενήλικης ζωής μου, γκρεμίστηκε. Και αυτό για μένα ήταν ολέθριο, καταστροφικό. Για μερικούς μήνες μετά, δεν ήξερα τι να κάνω. Πίστευα πως είχα απογοητεύσει φοβερά όλη τη προηγούμενη γενιά των επιχειρηματιών – ότι μου έπεσε η σκυτάλη τη στιγμή που μου την έδιναν για να συνεχίσω. Συναντήθηκα με τον David Packard και τον Bob Noyce, και προσπάθησα να απολογηθώ και να τους εξηγήσω γιατί τα είχα κάνει τόσο σκατά.
Σκέφτηκα ακόμα να φύγω εντελώς από την Silicon Valley και να εξαφανιστώ από προσώπου γης. Αλλά κάτι άρχισε σιγά-σιγά να ρίχνει λίγο φως στη ζωή μου. Αυτό το «κάτι» ήταν ότι αγαπούσα πολύ αυτό που έκανα. Όσα είχαν συμβεί στην Apple, δεν είχαν καν αγγίξει, για μένα, αυτό το «κάτι». Είχα γευτεί την απόρριψη, αλλά ήμουν ακόμα ερωτευμένος. Και έτσι, αποφάσισα να ξεκινήσω πάλι από την αρχή.
Δεν το έβλεπα τότε, αλλά αποδείχτηκε ότι η απόλυσή μου από την Apple ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να μου είχε συμβεί. Το βάρος του να είσαι επιτυχημένος, αντικαταστάθηκε από την ελαφράδα του να μπορείς και πάλι να είσαι πρωτάρης, και να έχεις για όλα λιγότερη σιγουριά. Η απόλυσή μου με απελευθέρωσε, και με βοήθησε να περάσω σε μία από τις πιο δημιουργικές περιόδους της ζωής μου. Στα επόμενα πέντε χρόνια, ίδρυσα μια νέα εταιρεία, την NeXT, και ακόμα μία, την Pixar, και ερωτεύτηκα μια καταπληκτική γυναίκα που έμελλε να γίνει και σύζυγός μου. Η Pixar, παρήγαγε την πρώτη, στον κόσμο ταινία κινουμένων σχεδίων «φτιαγμένων» εξ ολοκλήρου στο κομπιούτερ, το Toy Story, και είναι σήμερα το πιο επιτυχημένο στούντιο για παραγωγή τέτοιων ταινιών στον κόσμο. Επίσης, σε μία συγκλονιστική ανατροπή των πραγμάτων, ή Apple εξαγόρασε την NeXT, εγώ επέστρεψα στην Apple, και η τεχνολογία που αναπτύξαμε στην NeXT είναι σήμερα στην καρδιά της αναγέννησης της Apple. Και, μαζί με όλα αυτά, ή Leurene και εγώ έχουμε μαζί μια θαυμάσια οικογένεια.
Είμαι σχεδόν σίγουρος ότι τίποτα από όλα αυτά δεν θα είχε συμβεί εάν δεν είχα απολυθεί από την Apple. Ήταν ένα φάρμακο με απαίσια γεύση, αλλά νομίζω πως τελικά ο ασθενής το χρειαζότανε. Μερικές φορές, η ζωή σε χτυπάει στο κεφάλι με ένα τούβλο. Μην χάνετε την πίστη σας. Είμαι πεπεισμένος ότι το μόνο πράγμα που με κράτησε όρθιο, ήταν ότι αγαπούσα πολύ αυτό που έκανα. Πρέπει λοιπόν και εσείς να ανακαλύψετε τι πραγματικά σας αρέσει. Και αυτό αφορά και τη δουλειά που θα κάνετε, και τον σύντροφο που θα επιλέξετε στη ζωή σας.
Η εργασία θα γεμίσει ένα μεγάλο μέρος της ζωής σας, και ο μόνος τρόπος για να είστε πραγματικά ικανοποιημένοι, είναι να κάνετε αυτό που εσείς πιστεύετε ότι είναι μια σπουδαία δουλειά. Και ο μόνος τρόπος για να κάνει κάποιος μια σπουδαία δουλειά, είναι να την αγαπήσει. Εάν δεν την έχετε ανακαλύψει ακόμα, μην απογοητευθείτε. Συνεχίστε να ψάχνετε. Μην επαναπαυθείτε. Μην συμβιβαστείτε. Όπως όλα τα «θέματα της καρδιάς», όταν το ανακαλύψετε, θα το αισθανθείτε, θα καταλάβετε ότι «αυτό είναι». Και θα δείτε τότε ότι, όπως κάθε σπουδαία σχέση, έτσι και αυτή, όσο θα περνούν τα χρόνια, θα γίνεται όλο και καλύτερη. Έτσι λοιπόν, συνεχίστε να ψάχνετε έως ότου βρείτε αυτό το «κάτι» που θα ξέρετε ότι «είναι δικό σας». Μην επαναπαυθείτε.
Η τρίτη ιστορία έχει να κάνει με τον θάνατο…
Όταν ήμουν 17 ετών, διάβασα μία ρήση που έλεγε: «Εάν ζήσεις κάθε μέρα ωσάν να ήταν η τελευταία σου, κάποια μέρα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δικαιωθείς». Μου έκανε εντύπωση αυτή η ρήση, και έκτοτε, για τα τελευταία 33 χρόνια, κάθε πρωί κοιτάζομαι στον καθρέφτη και ρωτώ τον εαυτό μου: «Εάν η σημερινή μέρα ήταν η τελευταία της ζωής σου, θα ήθελα να κάνω αυτό που ετοιμάζομαι να κάνω σήμερα;». Και όποτε η απάντηση ήταν «όχι» για σειρά ημερών, ήξερα αμέσως ότι κάτι έπρεπε να αλλάξω.
Υπενθυμίζοντας στον εαυτό μου ότι «σύντομα θα πεθάνεις», βρήκα το πιο χρήσιμο εργαλείο ώστε να παίρνω τις σημαντικότερες αποφάσεις στη ζωή μου. Διότι σχεδόν όλα τα πράγματα – όλες οι εξωτερικές προσδοκίες, όλες οι υπερηφάνειες, όλοι οι φόβοι και οι όλες οι ντροπές για πιθανή αποτυχία – όλα αυτά απλώς γκρεμίζονται, εξαφανίζονται όταν βλέπεις μπροστά σου τον θάνατοι, και μένουν μόνο εκείνα που είναι στ’ αλήθεια σημαντικά. Υπενθυμίζοντας στον εαυτό σου ότι μια μέρα θα πεθάνεις, είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγεις την παγίδα του να σκέφτεσαι συνεχώς αυτά που θα χάσεις εάν πάρεις την «άλφα» ή «βήτα» απόφαση». Θυμήσου ότι είσαι ήδη γυμνός. Δεν υπάρχει κανένας λόγος, λοιπόν, να μην ακολουθήσεις αυτό που σου ζητάει η καρδιά σου.
Πριν από περίπου έναν χρόνο, μου ανακοίνωσαν οι γιατροί ότι έχω καρκίνο. Έκανα MRI (μαγνητική τομογραφία) στις 7.30 το πρωί, και έδειξε ξεκάθαρα ότι είχα καρκίνο στο πάγκρεας. Τότε, δεν ήξερα καν τι είναι το πάγκρεας. Οι γιατροί μου είπαν ότι ο καρκίνος που είχα εγώ εκεί, ήταν σχεδόν αθεράπευτος, και ότι θα έπρεπε να αρχίσω να συνηθίζω στην ιδέα ότι δεν μου έμενε περισσότερη ζωή από τριών έως εννέα μηνών. Ο προσωπικός μου γιατρός με συμβούλευσε να επιστρέψω στο σπίτι και να αρχίσω αμέσως να τακτοποιώ τις «προσωπικές» μου υποθέσεις, μία φράση που χρησιμοποιούν ως κλισέ οι γιατροί αντί να σου πουν «προετοιμάσου να πεθάνεις».
Η «τακτοποίηση προσωπικών υποθέσεων» είναι να προσπαθήσεις να πεις, σε ελάχιστους μήνες, στα παιδιά σου, όσα νόμιζες ότι είχες άλλα τουλάχιστον δέκα χρόνια για να τους τα πεις. Είναι, επίσης, να μην αφήσεις πίσω σου, πεθαίνοντας, εκκρεμότητες που θα ταλαιπωρήσουν τους δικούς σου ανθρώπους που θα μείνουν πίσω. Σημαίνει, τέλος, αυτό το «τακτοποίηση προσωπικών υποθέσεων», να βρεις τον κατάλληλο χρόνο και τρόπο για να αποχαιρετίσεις τα αγαπημένα σου πρόσωπα. Ζούσα με αυτήν την καταραμένη διάγνωση κάθε μέρα της ζωής μου. Το ίδιο βράδυ που ανακοίνωσαν οι γιατροί ότι είχα καρκίνο, μου έκαναν και βιοψία ενδοσκοπικά, μέσω του λαιμού μου, στο στομάχι και από εκεί στα έντερα, πέρασαν μία βελόνα στο πάγκρεας, και πήραν μερικά κύτταρα από τον καρκίνο. Εγώ ήμουν σε καταστολή, αλλά η γυναίκα μου, που ήταν παρούσα, μου είπε ότι όταν είδα οι γιατροί τα κύτταρα κάτω από ένα μικροσκόπιο, άρχισαν να κλαίνε, διότι αποδείχτηκε ότι είχα μια πολύ σπάνιας μορφής καρκίνου του παγκρέατος που είναι θεραπεύσιμη με εγχείρηση.
Σχεδόν όλες οι άλλες μορφές τέτοιου καρκίνου είναι καταδικασμένες. Έτσι, λοιπόν, με βάλανε στο χειρουργείο, και σήμερα είμαι μια χαρά. Αυτό ήταν το κοντινότερο που έχω φτασει στον θάνατο. Και ελπίζω να είναι το κοντινότερο που θα φτάσω σε αυτόν, για τις επόμενες δεκαετίες. Έχοντας ζήσει, λοιπόν, αυτήν την εμπειρία, νομίζω πως μπορώ, με μεγαλύτερη σιγουριά, απ’ ότι όταν ό θάνατος ήταν για μένα απλώς μία «φιλοσοφική ιδέα», ότι:
Κανείς δεν θέλει να πεθάνει. Ακόμα και οι άνθρωποι που θέλουν να πάνε στον Παράδεισο, δεν θέλουν να πεθάνουν για να φτάσουν εκεί. Και όμως, ο θάνατος είναι ο προορισμός που όλοι μοιραζόμαστε. Κανείς, ποτέ, δεν έχει γλυτώσει από αυτόν. Ο Θάνατος είναι, ίσως, ή καλύτερη ανακάλυψη της Ζωής. Και έτσι, μάλλον, πρέπει να είναι. Ο Θάνατος είναι ο ατζέντης, ο μεσίτης, που σε βοηθά να αλλάξεις τη Ζωή σου, προτού έρθει αυτός να σε πάρει. Ξεκαθαρίζει το παλιό, προετοιμάζοντας το έδαφος για νάρθει το καινούργιο. Αυτήν την στιγμή που σας μιλάω, το καινούργιο είστε εσείς. Αλλά κάποια μέρα, όχι πολύ μακρινή από τώρα, και εσείς θα εξελιχθείτε σιγά-σιγά σε «παλιό», και θα … ξεκαθαριστείτε. Συγχωρήστε με που γίνομαι τόσο δραματικός, αλλά αυτή είναι η απλή αλήθεια.
Ο χρόνος σας είναι περιορισμένος. Μην τον σπαταλάτε, λοιπόν, ζώντας τη ζωή κάποιου άλλου ανθρώπου. Μην παγιδευτείτε από το δόγμα του να ζείτε από τα αγαθά της σκέψης ενός άλλου. Μην αφήστε τον θόρυβο από την άποψη άλλων ανθρώπων να πνίξει την δική σας, εσωτερική φωνή. Και, το πιο σημαντικό απ’ όλα, να έχετε πάντα το θάρρος να ακολουθείτε την καρδιά και το ένστικτό σας. Αυτά τα δύο, κάπως, πάντοτε, γνωρίζουν ήδη τι εσύ θέλεις πραγματικά να γίνεις. Είναι δευτερεύοντα. Όταν ήμουν νέος, υπήρχε ένα καταπληκτικό δημοσίευμα που είχε τίτλο «The Whole Earth Catalog» («Ο Κατάλογος Όλου του Κόσμου»), που ήταν μία από τις Βίβλους της δικής μου γενιάς. Τον είχε συντάξει ένας τύπος ονόματι Stewart Brand, που ζούσε όχι μακριά από εδώ, στο Menlo Park, και το ζωντάνεψε με το ποιητικό του άγγιγμα. Αυτό συνέβη στα τέλη της δεκαετίας του ’60, πριν από τους προσωπικούς υπολογιστές (personal computers) και το desktop publishing. Όλα τυπώνονταν με τη χρήση γραφομηχανών, ψαλιδιού, και φωτογραφιών από μηχανές Polaroid. Ήταν, άς πούμε, σαν νάχαμε το Google σε έντυπη μορφή, 35 χρόνια πριν έρθει αυτό που ξέρουμε σήμερα σε ηλεκτρονική: ήταν ιδεαλιστικό, και ξεχείλιζε από υπέροχες εφαρμογές και ιδέες.
Ο Στιούαρτ και η ομάδα του έβγαλαν πολλές εκδόσεις του «The Whole Earth Catalog”, και τότε, όταν είχε κάνει τον κύκλο του, έβγαλαν και μία τελευταία έκδοση.Αυτό συνέβη στα μέσα της δεκαετίας του ’70, και είχα την δική σας ηλικία. Στο οπισθόφυλλο της τελευταίας αυτής έκδοσης, υπήρχε μία φωτογραφία που απεικόνιζε το ξημέρωμα σε έναν επαρχιακό δρόμο, έναν δρόμο στον οποίο θα μπορούσατε να βρεθείτε και εσείς κάποια στιγμή, εάν είστε περιπετειώδεις τύποι, να κάνετε ώτο-στοπ. Κάτω από αυτήν την φωτογραφία, υπήρχε μια λεζάντα με τα λόγια: «Stay hungry. Stay foolish». Δηλαδή, «Μείνε πεινασμένος. Κάνε την τρέλα σου». Ήταν το αποχαιρετιστήριο μήνυμα της ομάδας του Στιούαρτ, καθώς υπέγραφαν την τελευταία τους έκδοση. Μείνε πεινασμένος. Μείνε ανόητος. Αυτό ευχόμουν και εγώ πάντοτε για τον εαυτό μου. Και τώρα, καθώς αποφοιτάτε για να αρχίσετε μια καινούργια ζωή, εύχομαι και για σας το ίδιο, ακριβώς, πράγμα.
Ο Στιβ Τζομπς ήταν σύζυγος της Λορίν και πατέρας τεσσάρων παιδιών. Η αδελφή του Μόνα Σίμπσον στον επικήδειο λόγο που εκφώνησε στην τελετής ταφής του αδελφού της, αποκάλυψε τα τελευταία του λόγια, όταν πια είχε αποχαιρετίσει τα αγαπημένα του άτομα.Οι τελευταίες λέξεις του Στιβ, ώρες νωρίτερα, ήταν μονοσύλλαβες, και τις επανέλαβε τρεις φορές.«Πριν από την «αναχώρησή» του, κοίταξε τη θετή αδελφή του την Πάτι, μετά για πολλή ώρα τα παιδιά του, μετά τη γυναίκα της ζωής του Λορίν, και μετά πάνω από τους ώμους τους. Οι τελευταίες λέξεις του Στιβ ήταν: Ω ουάου, Ω ουάου, Ω ουάου»…
πηγή: https://www.typosthes.gr