ΟΔΥΣΣΕΑΣ ΕΛΥΤΗΣ
Στα παρακάτω ποίηματα του ο Οδυσσέας Ελύτης που πέθανε σαν σήμερα 18 Μαρτίου 1996 περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο κατά την γνώμη μας πραγματικά αυτές τις μέρες που ζούμε μέσα στην πανδημία ενός πολέμου έχει περισσότερο νόημα από ποτέ να το διαβάσουμε τώρα που ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ
Εδώ στου δρόμου τα μισά
έφτασε η ώρα να το πω
Άλλα είν’ εκείνα που αγαπώ
γι’ αλλού γι’ αλλού ξεκίνησα
Στ’ αληθινά στα ψεύτικα
το λέω και τ’ ομολογώ
Σαν να ‘μουν άλλος κι όχι εγώ
μες στη ζωή πορεύτηκα
Όσο κι αν κανείς προσέχει
όσο κι αν τα κυνηγά
Πάντα πάντα θα ‘ναι αργά
δεύτερη ζωή δεν έχει.
(“Παράπονο” Οδυσσέας Ελύτης)
Mπορώ να γίνω ευτυχισμένος με τα πιο απλά πράγματα
και με τα πιο μικρά..
Και με τα καθημερινότερα των καθημερινών.
Μου φτάνει που οι εβδομάδες έχουν Κυριακές.
Μου φτάνει που τα χρόνια φυλάνε Χριστούγεννα για το τέλος τους.
Που οι χειμώνες έχουν πέτρινα, χιονισμένα σπίτια.
Που ξέρω ν’ ανακαλύπτω τα κρυμμένα πετροράδικα στις κρυψώνες τους.
Μου φτάνει που μ’ αγαπάνε τέσσερις άνθρωποι.
Πολύ…
Μου φτάνει που αγαπάω τέσσερις ανθρώπους.
Πολύ…
Που ξοδεύω τις ανάσες μου μόνο γι’ αυτούς.
Που δεν φοβάμαι να θυμάμαι.
Που δε με νοιάζει να με θυμούνται.
Που μπορώ και κλαίω ακόμα.
Και που τραγουδάω…
μερικές φορές…
Που υπάρχουν μουσικές που με συναρπάζουν.
Και ευωδιές που με γοητεύουν…
Ὁ μικρὸς Ναυτίλος
Ὅτι μπόρεσα ν᾿ ἀποχτήσω μία ζωὴ ἀπὸ πράξεις ὁρατὲς γιὰ ὅλους, ἑπομένως νὰ κερδίσω τὴν ἴδια μου διαφάνεια, τὸ χρωστῶ σ᾿ ἕνα εἶδος εἰδικοῦ θάρρους ποὺ μοῦ ῾δωκεν ἡ Ποίηση: νὰ γίνομαι ἄνεμος γιὰ τὸ χαρταετὸ καὶ χαρταετὸς γιὰ τὸν ἄνεμο, ἀκόμη καὶ ὅταν οὐρανὸς δὲν ὑπάρχει.
Δὲν παίζω μὲ τὰ λόγια. Μιλῶ γιὰ τὴν κίνηση ποὺ ἀνακαλύπτει κανεὶς νὰ σημειώνεται μέσα στὴ «στιγμή» ὅταν καταφέρει νὰ τὴν ἀνοίξει καὶ νὰ τῆς δώσει διάρκεια. Ὁπόταν, πραγματικά, καὶ ἡ Θλίψις γίνεται Χάρις καὶ ἡ Χάρις Ἄγγελος· ἡ Εὐτυχία Μοναχὴ καὶ ἡ Μοναχὴ Εὐτυχία.
μὲ λευκές, μακριὲς πτυχὲς πάνω ἀπὸ τὸ κενὸ ἕνα κενὸ γεμάτο σταγόνες πουλιῶν, αὖρες βασιλικοῦ καὶ συριγμοὺς ὑπόκωφου Παραδείσου.
Λακωνικόν
O καημός του θανάτου τόσο με πυρπόλησε, που η λάμψη
μου επέστρεψε στον ήλιο.
Kείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια σύνταξη της
πέτρας και του αιθέρος,
Λοιπόν, αυτός που γύρευα, ε ί μ α ι.
Ω λινό καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο,
Xειμώνα ελάχιστε,
H ζωή καταβάλλει τον οβολό του φύλλου της ελιάς
Kαι στη νύχτα μέσα των αφρόνων μ’ ένα μικρό τριζόνι
κατακυρώνει πάλι το νόμιμο του Aνέλπιστου
Ακολουθήστε το Kalithea Press στο Google News Feed, για να ενημερώνεστε σωστά και έγκαιρα