epihairo.com – kalitheapress
Το ασπρόμαυρο Ελληνικό σινεμά – και εν συνεχεία το έγχρωμο – αντλούσε συχνά υλικό από τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα, πολλώ δε μάλλον που αυτές, ειδικά στις δεκαετίες του 50 και του 60, σπάνια προδιέθεταν για μια «γαλήνια» θάλασσα. Οι ίντρικες, οι χαρακτήρες, η υπονόμευση και οι εν γένει συμπεριφορές ανθρώπων που, έτσι κι αλλιώς, αποτύπωναν ανάγλυφα τη συνθήκη μιας κοινωνίας, βγαλμένης από έναν εμφύλιο σπαραγμό ενέπνεαν τους έτσι κι αλλιώς πολιτικοποιημένους σεναριογράφους – δημοσιογράφοι, οι πιο πολλοί από αυτούς – και γέννησαν μερικά από τα διαμάντια του Ελληνικού κινηματογράφου. Τόσο οι χαρακτήρες όσο και η δραματουργία που γέννησαν οι πολιτικές ζυμώσεις κάθε εποχής έμειναν στην ιστορία της εγχώριας «μεγάλης οθόνης».
Στα 1954, με κυβέρνηση Παπάγου, ο Αλέκος Σακελάριος μας δίνει τον «Θανασάκη, τον πολιτεύομενο», όπου ο ματαιόδοξος σπουδαγμένος στας Ευρώπας πολιτευτής «Θανασάκης» ( Βύρων Πάλης) απομυζά όλην την περιουσία του μπακάλη κουνιάδου του (Ντίνος Ηλιόπουλος) στο βωμό μιας αποτυχημένης υποψηφιότητας. Αφού αλλάζει τρία κόμματα και μένει … πανί με πανί, στο τέλος η «ελπίδα της Ελλάδος» πιάνει δουλειά στο μπακάλικο.
Στην ταινία « Στουρνάρα 288», του 1959, με κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή συναντάμε το βουλευτή Καλοχαιρέτα, ( Απόστολος Αυδής) ο οποίος υπόσχεται διορισμούς, με τη χαρακτηριστική φράση «Ετελείωσε» με αντάλλαγμα ψήφους χωρίς στη συνέχεια να τους πραγματοποιεί.
Στην Εμβληματική κωμωδία του 1965, ‘’Υπάρχει και φιλότιμο» που προβάλλεται πάντα την ημέρα των εκλογών από κάποιο κανάλι και που γύρισε ο Αλέκος Σακελλάριος, σε σενάριο που έγραψε ο ίδιος σε ιστορία του Χρήστου Γιαννακόπουλου. Με τον αξέχαστο και ιδανικό, για το ρόλο του πασίγνωστου υπουργού Μαυρογιαλούρου, Λάμπρο Κωνσταντάρα, ο οποίος ενώ απολαμβάνει το μύθο του αξιώματός του, ανακαλύπτει, σε μία επίσκεψή του στην ιδιαίτερη πατρίδα του και εκλογική του περιφέρεια, στην οποία πηγαίνει γιατί, όπως πάντα οι εκλογές είναι κοντά, την άποψη που έχουν γι’ αυτόν οι κάτοικοι ενός διπλανού χωριού, αλλά και τις ρεμούλες του κομματάρχη του, επίσης διάσημου πια, Γκρούεζα που υποδύεται μοναδικά ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος.
Στα 1966, την επαύριον της αποστασίας κι ενώ τα πολιτικά πράγματα στη χώρα μπορούν να χαρακτηριστούν επιεικώς ταραγμένα, έρχεται η κωμωδία «Τζένη Τζένη», που γύρισε ο Ντίνος Δημόπουλος, σε σενάριο των Ασημάκη Γιαλαμά και Κώστα Πρετεντέρη. Σε ένα νησί – στις πανέμορφες Σπέτσες – ο εφοπλιστής Κασανδρής (Λάμπρος Κωνσταντάρας) φέρνει από το εξωτερικό τον νεαρό ανιψιό του Μαντά (Ανδρέας Μπάρκουλης) για υποψήφιο στις επικείμενες εκλογές, έχοντας να αντιμετωπίσει τον Σκούταρη (Διονύσης Παπαγιαννόπουλος) ένα διαφορετικό κομματάρχη, που έχει τρέλα με την πολιτική και υποστηρίζει τον «λαϊκό» Γκόρτσο, «το παιδί του λαού», αν και υπέργηρο. Η κόρη του Σκούταρη, η Τζένη (Καρέζη) που θέλει να γίνει δασκάλα και μπαινοβγαίνει στη βιβλιοθήκη των Κασανδρήδων, θα δεχθεί έναν «χαριτωμένο» εκβιασμό από την εφοπλιστική οικογένεια, για να συνάψει ένα λευκό γάμο με τον Μαντά, ο οποίος έχει ήδη παντρευτεί στο Αμέρικα, προκειμένου να εξουδετερωθεί η δύναμη του πατέρα της, που αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα..
Την ίδια χρονιά μια κωμωδία του Κώστα Καραγιάννη, σε σενάριο Λάκη Μιχαηλίδη και Γιώργου Κατσιαμπή, με ένα ακόμη μόνιμο υποψήφιο πολιτευτή, που το όνομά του κανονικά θα έπρεπε να τον αποτρέψει από την περιπέτεια της πολιτικής. Πρόκειται για τον Περικλή Αράπη (Σταύρος Ξενίδης) που θέλει να βγει βουλευτής και χάνει συνεχώς χρήματα από τη μικρή του επιχείρηση, την οποία εγκαταλείπει για να τρέχει στις Μαγκουφάνες και τις Κουκουβάουνες προκειμένου να κυνηγήσει την ψήφο και ταυτόχρονα αφήνει την μόνιμη αρραβωνιαστικιά του Ρένα Βλαχοπούλου στα κρύα του λουτρού. Η Βλαχοπούλου, που πιστεύει ότι δεν θα δει στεφάνι αν δεν βγει βουλευτής ο αγαπημένος της Αράπης, μπαίνει και αυτή στον προεκλογικό του αγώνα, αλλά μία σύμπτωση θα τη φέρει εκείνη στη Βουλή ως βουλευτίνα. Καλός ο Σταύρος Ξενίδης, ειδικά στις στιγμές θλίψης του, μετά από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες του ως υποψήφιος, όπως και ο Νίκος Ρίζος στο ρόλο του παρατρεχάμενου και βοηθού του, που πληρώνει τα καφενεία και τους «αυθόρμητους» υποστηρικτές.
Η προοδευτική προέλευση πολλών από τους δημιουργούς, άφηνε πάντα το αποτύπωμα της στα έργα. Οι κεντροαριστεροί Ψαθάς και Πρετεντέρης και ο σαφώς προοδευτικός Σακελάριος δημιούργησαν, έγραψαν με καμβά τις εκλογές. Έργα που έμειναν ως στοιχεία του πολιτισμού μας, κρατώντας αθάνατη μιαν ολόκληρη εποχή …