Ενδεικτική της πορείας που επιθυμεί να ακολουθήσει η Τουρκία προς τον Ισλαμισμό αλλά και την απομάκρυνση της από το Ευρωπαϊκό προσανατολισμό, που επιβάλει τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων,την ισότητα των φύλων και τον εκδημοκρατισμό της, αποτελεί η απόφαση του Ταγίπ Ερντογάν, να αποσύρει την Τουρκία από την Διεθνή σύμβαση της Κωνσταντινούπολης. Το έκανε μεσάνυχτα σαν κλέφτης και χωρίς καμία επίσημη αιτιολόγηση: Ο αδίστακτος Ερντογάν, σε μία χρονική περίοδο που υπόσχεται μεταρρυθμίσεις στους Ευρωπαίους,απέσυρε την Τουρκία από μια σύμβαση, που υποχρεώνει τις κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο να καταβάλλουν προσπάθειες για την πρόληψη και την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών.
Αυτή η απόφασή του , όπως ήταν αναμενόμενο, πυροδότησε επικρίσεις από το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Συγκεκριμένα η Γκιεκτσέ Γκιοκτσάν, αντιπρόεδρος του Ρεπουμπλικανικού κόμματος αρμόδια για τα ανθρώπινα δικαιώματα, κατήγγειλε μέσω Twitter ότι η εγκατάλειψη της Σύμβασης σημαίνει ότι «αφήνονται οι γυναίκες να δολοφονούνται».
Να σημειωθεί ότι η ενδοοικογενειακή βία και οι γυναικοκτονίες παραμένουν οξύ πρόβλημα στην Τουρκία, ενώ πέρυσι δολοφονήθηκαν τουλάχιστον 300 γυναίκες,σύμφωνα με την οργάνωση We Will Stop Femicide.
Η κατάσταση στα δικαιώματα των γυναικών έχει καταστεί αντικείμενο διεθνούς κατακραυγής από φεμινιστικές και ανθρωπιστικές οργανώσεις. Μόνο από τις αρχές του έτους έχουν υπό μυστήριες συνθήκες δολοφονηθεί 70 γυναίκες, ενώ μόλις στις 3 Μαρτίου η Deutsche Welle δημοσίευε ρεπορτάζ για τις άγριες δολοφονίες γυναικών που «κουκουλώνονται» ή βαφτίζονται αυτοκτονίες, με αποτέλεσμα οι δράστες να μην τιμωρούνται ποτέ.
Στη συλλογική συνείδηση εγγράφηκε τα τελευταία χρόνια η δολοφονία της Σουλέ Τσετ, η οποία το Μάιο του 2018 βιάστηκε στο γραφείο από δύο μεθυσμένους, ένας εκ των οποίων ο προϊστάμενός της και στη συνέχεια εκπαραθυρώθηκε. Στις καταθέσεις τους οι δύο άνδρες υποστήριξαν ότι η 23χρονη αυτοκτόνησε πηδώντας από το παράθυρο. Από την αυτοψία προέκυψαν ωστόσο κάταγμα αυχένα, κακοποίηση πρωκτικής περιοχής και χρήση ναρκωτικών ουσιών που δεν παραπέμπουν συνήθως, σε αυτοκτονία.
Η δίκη που διήρκεσε ένα εξάμηνο συνοδεύθηκε από διαδηλώσεις μπροστά από το δικαστήριο, καθώς και εκδηλώσεις συμπαράστασης και αλληλεγγύης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Εν τέλει το δικαστήριο στην Άγκυρα επέβαλλε στον δολοφόνο ισόβια κάθειρξη και στο συνεργό του ποινή σχεδόν 19 ετών.
Από τότε όμως δεν έχουν αλλάξει και πολλά πράγματα , παρ ολο που Οργανώσεις υπέρ των δικαιωμάτων της γυναίκας ήλπιζαν τότε ότι η άγρια δολοφονία της 23χρονης, θα άλλαζε πολλά όχι μόνο στην τουρκική κοινωνία, αλλά και στον τρόπο αντιμετώπισης παρόμοιων ειδεχθών πράξεων από τη δικαιοσύνη.
Δολοφονίες γυναικών, διεθνώς γνωστές και ως femicide, οι οποίες στη συνέχεια «βαπτίζονται» αυτοκτονίες, συνέχισαν να συμβαίνουν στην Τουρκία. Χαρακτηριστική η δολοφονία της Άιτεν Κάγια στο Ντιγιαρμπακίρ, η οποία βρέθηκε απαγχονισμένη στο σπίτι της. Οι αστυνομικές έρευνες έκαναν λόγο για αυτοκτονία και η εισαγγελία έκλεισε την υπόθεση. Όμως οι συγγενείς της 35χρονης θεωρούσαν ότι πρόκειται για δολοφονία διότι πλήθος κρίσιμα ερωτήματα γύρω από την υπόθεση παρέμειναν αναπάντητα.
Στην αυτοψία δεν αναφέρονταν ώρα θανάτου. Επιπλέον το σώμα της άτυχης γυναίκας ήταν γεμάτο αιματώματα και μώλωπες. Ύποπτο θεωρείται επίσης ότι την ημέρα του θανάτου βρίσκονταν στο σπίτι ο σύζυγος, ο οποίος εργάζονταν ως εποχικός εργάτης. Παρά τα σημαντικά στοιχεία της αυτοψίας η εισαγγελία δεν θέλησε να ξανανοίξει και πάλι το φάκελο της υπόθεσης.
Ειναι προφανες οτι σε αυτο το ελεγχομενο συστημα αστυνομιας και δικαιοσυνης στην Τουρκια Δεν υπάρχει η απαραίτητη πολιτική βούληση για την απονομη δικαιοσυνης και πως η Συμβαση της Κωνσταντινουπολης δεν εφαρμοζονταν . Εμποδιζε ομως την κυβερνηση να δρασει ελευθερα γιατι
η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης (2011) προέβλεπε ότι οι κυβερνήσεις θα καταρτίζουν νομοθεσία για την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας και παρόμοιων εγκλημάτων, όπως ο βιασμός εντός γάμου ή ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων.
Συντηρητικοί πολιτικοί στην Τουρκία όμως , ερίζουν πως το κείμενο αυτό βλάπτει την οικογένεια, ενθαρρύνει τα διαζύγια, αλλά και ότι οι αναφορές του στην ισότητα χρησιμοποιούνται από την κοινότητα ΛΟΑΔ για να επιτύχει ευρύτερη κοινωνική αποδοχή.
Στην Τουρκία η αποχώρηση της χώρας από τη Σύμβαση συζητείτο αφότου έθεσε θέμα στέλεχος του κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του προέδρου Ερντογάν, την περασμένη χρονιά. Έκτοτε, γυναίκες έβγαιναν συχνά στους δρόμους της Κωνσταντινούπολης και άλλων πόλεων, απαιτώντας η κυβέρνηση να παραμείνει συμβαλλόμενο μέρος στη Σύμβαση.
Το Σύνταγμα και η νομοθεσία της Τουρκίας «εγγυώνται» την προστασία «των δικαιωμάτων των γυναικών», αντέτεινε η Ζεχρά Ζουμρούτ Σελτσούκ, υπουργός Οικογένειας, Εργασίας και Κοινωνικών Υπηρεσιών, μέσω του επίσημου πρακτορείου ειδήσεων Ανατολή.
Η δικηγόρος Γκουρμπέτ Γκέζντε Έκγκιν, μέλος του γυναικείου συλλόγου «Ρόζα» δηλώνει ότι «δεν είναι μόνο έγκλημα όταν σκοτώνεις, αλλά και όταν συγκαλύπτεις μια τέτοια υπόθεση ονομάζοντάς τη στη συνέχεια αυτοκτονία». Η Λέιλα Σόιντινκ από το σύλλογο Mor Catı Kadın Sığınağı Vakfı της Κωνσταντινούπολης θεωρεί ότι: «Σε ένα σύστημα απονομής δικαιοσύνης στο οποίο το πρώτο λόγο έχουν άνδρες πολλά εγκλήματα σε βάρος γυναικών καταλήγουν σε αθώωση των κατηγορουμένων. Για να «εξηγηθεί» η «αυτοκτονία» οι αστυνομικοί σημειώνουν συχνά στο φάκελο ότι «το θύμα αντιμετώπιζε ψυχολογικά προβλήματα».
Με δεδομένο ότι πολλές από τις Μουσουλμανικές χώρες στις οποίες ο Ερντογαν θέλει να παίξει τον ρόλο του Προστάτη και της Κυρίαρχης Δύναμης στον Μουσουλμανικό κόσμο, θεωρουν ακόμη την γυναίκα αντικείμενο και κτήμα του πατέρα ή του άντρα της χωρίς δική της θέληση και γνώμη. Και πως τα εγκλήματα τιμής εις βάρος των γυναικών είναι καθημερινή πρακτική στις χώρες του Ισλάμ, δεν είναι δυσκολο να φανταστεί κανείς ,την αιτία αυτής της αποχώρησης.
Όλοι γνωρίζουν ότι εκεί που επικρατεί το Ισλάμ και ο ISSIS, που ο Ερντογαν θέλει να αποκτήσει πολιτική επιρροή , συχνά οι γυναίκες δολοφονούνται από τους συζύγους και τους συγγενείς τους με την δικαιολογία ότι έφεραν ντροπή στην οικογένειά τους, είτε γιατί βιάστηκαν ακόμη κι αν ήταν αυτές τα θύματα του βιασμού, ενώ ο βιασμός εντός γάμου είναι καθημερινό φαινόμενο και ο ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων αποτελεί παράδοση,που υποχρεωτικά μεταφέρεται από γενιά σε γενιά. Μάλιστα συχνά πραγματοποιείται με πρωτόγονες μεθόδους που αφήνουν τραυματικές εμπειρίες στα νεαρά κορίτσια, θέτοντας σε κίνδυνο την υγεία τους ή ακόμη και την ζωή τους.
Αυτές τις αξίες του Ισλάμ επέλεξε να προστατέψει ο Σουλτάνος , έναντι του σεβασμού των ατομικών δικαιωμάτων , δικαιώνοντας και την φήμη και το προσωνύμιό του. Δεν θα τον εμπιστεύονταν διαφορετικά άλλωστε , αυτοί στους οποίους θέλει να κυριαρχήσει, ως Περιφερειακή Μουσουλμανική Δύναμη …
Φυσικά δεν ξεκίνησε τώρα αυτή η πορεία του Σουλτάνου προς την Ισλαμοποίηση της Τουρκίας γενικότερα και ειδικότερα σε σχέση με την γυναίκα …
Οι γυναίκες στην Τουρκία θυμούνται ακόμη τις εκλογές του 2015. όταν κατά την προεκλογική του εκστρατεία ο Ερντογαν ειχε δηλώσει ότι “για να έχουν το δικαίωμα να διαμαρτυρηθούν οι γυναίκες θα πρέπει να είναι βουλευτές!” ενώ κατά καιρούς είχε αμφισβητήσει την ισότητα μεταξύ των δύο φύλων, λέγοντας μεταξύ άλλων ότι “αποστολή της γυναίκας είναι η μητρότητα”.
Δηλώσεις που προκάλεσαν την οργή της Φιγέν Γιουσεκντάγκ, συμπρόεδρο του HDP, που δήλωσε: «Θα εξακολουθούμε να γυρίζουμε την πλάτη μας στον Ερντογάν» ενώ ο έτερος συμπρόεδρος του κόμματος, Σελαχατίν Ντεμιρτάς, χαρακτήρισε τα σχόλια του Ερντογάν για τις γυναίκες «χυδαίες και ανήθικες προσβολές».
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης ,Χιλιάδες άνθρωποι διαδήλωσαν σήμερα στην Τουρκία, ζητώντας από τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν να αναθεωρήσει την απόφασή του και να μην αποσύρει τη χώρα από τη διεθνή σύμβαση για την καταπολέμηση της βίας σε βάρος των γυναικών, μια ενέργεια που ήδη επικρίνεται στην Ευρώπη.
«Ακύρωσε την απόφασή σου, εφάρμοσε τη συνθήκη!» φώναζαν οι χιλιάδες γυναίκες και άνδρες που είχαν συγκεντρωθεί σήμερα στο Καντίκιοϊ, στην Κωνσταντινούπολη. Οι διαδηλωτές κρατούσαν φωτογραφίες δολοφονημένων γυναικών και πλακάτ όπου είχαν γράψει συνθήματα όπως «Οι γυναίκες θα κερδίσουν αυτόν τον πόλεμο».
«Βαρέθηκα αυτό το πατριαρχικό κράτος. Βαρέθηκα να μην αισθάνομαι ασφαλής. Φτάνει πιά», είπε στο Γαλλικό Πρακτορείο η Μπανού, μια από τις διαδηλώτριες.
Συγκεντρώσεις γυναικών πραγματοποιήθηκαν ακόμη και σε Άγκυρα και Σμύρνη. Δεν μένει παρά να περιμένουμε την επόμενη κίνηση της Ευρώπης για την σχετική απόφαση αλλά και του Ερντογαν, που όμως δεν φαίνεται να τον ενδιαφέρει και πολύ καθώς μοιάζει ήδη να έχει διαλέξει στρατόπεδο…