Ζακ Νταματιάν Ιανουάριος- Μάρτιος 2016, τεύχος 88
Ο μύθος παρουσιάζει την επινόηση του αρμενικού αλφαβήτου ως θείο δώρο. Ήταν αυτή η πρώτη αρμενική γραφή, όπως ισχυρίζονται οι περισσότεροι ιστορικοί; Ένας πολιτισμός αναπτύχθηκε για αιώνες, χωρίς ιδία γραφή; Νέες επιστημονικές έρευνες φέρνουν στο φως νέα δεδομένα και μαρτυρίες που στοιχειοθετούν την ύπαρξη γραφής στον αρμενικό χώρο πολύ νωρίτερα. Αυτή η προσέγγιση προσδίδει μια διαφορετική διάσταση στη διαδικασία της εύρεσης του αρμενικού αλφαβήτου.
Ο φιλόλογος Γουγκάς Ιντζιτζιάν, το 1788, γράφει ότι είδε, στη συλλογή του Βρετανού Πρέσβη της Κωνσταντινούπολης Ινζλ, μετάλλια του βασιλιά Μπαρτέβ της Δυναστείας των Αρσακιδών (113-114 μ.Χ.), με σύμβολα παρεμφερή με το σημερινό αρμενικό αλφάβητο. Λίγα χρόνια αργότερα, ο γλωσσολόγος Μινάς Πζισκιάν μαρτυρά την ύπαρξη βιβλίου του 7ου π.Χ. αιώνα, γραμμένου στα αρμενικά, σε αρμενική εκκλησία της Οδησσού. Στη χρήση γραπτού λόγου στην Αρμενία, αιώνες πριν τον Μεσρόπ, αναφέρεται και ο πατέρας της αρμενικής ιστορίας, Μοβσές Χορενατσί (410-490 μ.Χ.), καθώς κι άλλοι ιστορικοί και χρονογράφοι.
Τα πρώτα «γράμματα»
Θεωρείται ότι γύρω στο 2800 π.Χ. αρχίζει η χρήση της σφηνοειδούς γραφής στην Αρμενία, αρχικά στη γραπτή γλώσσα των Ασσυρίων. Δημιουργήθηκε 5000 χρόνια πριν από τους Σουμέριους, πολιτιστικά εξελιγμένο λαό, που κατοικούσε ανάμεσα στον Τίγρη και τον Ευφράτη. Γραφόταν σε πέτρα με ένα αιχμηρό σίδερο, τη σφήνα, και σε πήλινες πλακέτες, όπου για γραφίδα χρησιμοποιείτο ένα αμβλύ καλάμι. Οι χαρακτήρες ήταν σε σχήμα σφήνας. Οι Αρμένιοι μονάρχες έγραφαν στη γλώσσα των Χουριτών, λαού που ανέπτυξε κρατική οργάνωση και πολιτισμό στο αρμενικό οροπέδιο κατά τη 2η χιλιετία π.Χ.
Τον 9ο π.Χ. αιώνα, στο Βασίλειο του Ουραρτού, υπό την ηγεσία του Σαρτουρί Α΄ και μετά του γιου του, Ισπουινί, ο γραπτός λόγος παίρνει αρμενικό χαρακτήρα. Απλοποιείται το συλλαβικό του σύστημα. Η εξέλιξη φέρνει και τα ιδεογράμματα. Οι βασιλιάδες του Ουραρτού συχνά χρησιμοποιούσαν γραφές για να γνωστοποιήσουν στο λαό κατασκευαστικά έργα ή στρατιωτικές νίκες. Διατηρημένη επιγραφή του Βασιλιά Αρκιστί Α΄ στα ερείπια της αρχαίας πόλης Ερεπουνί μαρτυρά την ίδρυση του ομώνυμου οχυρού το 782 π.Χ., θεμέλιο ουσιαστικά του σημερινού Ερεβάν. Έχουν διασωθεί γύρω στα 600 ευρήματα αυτής της περιόδου στο Αρμαβίρ, το Σισιάν κι αλλού.
Ιερογλυφικά και Ιδεογράμματα
Παράλληλα σχεδόν αναπτύσσεται από τους ιερείς και ένα σύστημα ιερογλυφικών και ιδεογραμμάτων εντός των ειδωλολατρικών ναών. Αυτό το είδος γραφής θα εξαπλωθεί και θα χρησιμοποιηθεί ευρύτερα. Η γραμματοσειρά κατά την περίοδο του Βασιλείου του Βαν (Ουραρτού) αποτελείται από 300 σύμβολα περίπου. Έχουν βρεθεί περίπου 1500 δείγματα από αυτά τα ιερογλυφικά.
Από τον 5ο π.Χ. αιώνα, στην επαρχία Κογτ, πνευματικό κέντρο στην προχριστιανική Αρμενία, εμφανίζονται οι βάρδοι Κουσάν. Η παρουσία τους είναι αισθητή έως την εγκαθίδρυση του Χριστιανισμού. Αποσπάσματα έργων τους, όπως «Βαχάκν», «Ντικράν Γερβαντιάν», «Αρντασές και Σατενίκ» κλπ., έχουν διασωθεί μέχρι τις μέρες μας. Διατηρήθηκαν επί αιώνες μόνο με προφορική μετάδοση; Ένας εκ των κορυφαίων μελετητών της αρμενικής καθαρεύουσας, ο Καρακασιάν, συμπεραίνει ότι αυτά τα πανάρχαια ποιήματα αποτελούν μια ακόμα ένδειξη ότι υπήρξε γραπτός λόγος πριν τον Μεσρόπ.
Τον 3ο αιώνα μ.Χ., ο σοφιστής Φιλόστρατος, στο βιβλίο του «Απολλώνιος ο Τυανεύς» σημειώνει ότι στον Αρμενικό Ταύρο έχει πιαστεί πάνθηρας. Στο λαιμό του έχει περαστεί χρυσός χαλκάς με αφιέρωση γραμμένη στα αρμενικά, «από τον Αρμένιο βασιλιά Αρσάκ στο θεό Διόνυσο». Ο Επίσκοπος Ιππόλυτος γράφει στο Ρωμαίο Αυτοκράτορα Σέβηρο ότι από τις 47 φυλές που κατάγονται από τον Ιάβεθ (γιος του Νώε) μόνο 6 διαθέτουν γραφή, μνημονεύοντας και τους Αρμένιους. Αυτήν την εποχή, η Αρμενία βάλλεται από ρωμαϊκές και περσικές επιθέσεις, οι οποίες αντιμετωπίζονται τελικά με επιτυχία. Όμως, η κεντρική εξουσία της Δυναστείας των Αρσακιδών έχει εξασθενίσει. Οι διοικητικές δομές είναι φεουδαρχικές.
Νέα θρησκεία και καταστροφές
Το 301 η Αρμενία γίνεται το πρώτο κράτος που ανακηρύσσει τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία, με θεμελιωτή τον Άγιο Γρηγόριο το Φωτιστή. Η απόφαση αυτή του Βασιλιά Τιριδάτη Γ΄ προσδίδει νέα δυναμική στη βασιλική εξουσία, η οποία αποκτά και πάλι ισχύ. Την ίδια στιγμή, η περσική απειλή δεν έχει παρέλθει. Η παγίωση της νέας θρησκείας θεωρείται εθνικά αναγκαία.
Η επιβολή της, όμως, στο σύνολο του πληθυσμού δεν είναι εύκολη, παρότι τα πρώτα ψήγματα υπάρχουν από την εποχή των Αποστόλων Θαδδαίου και Βαρθολομαίου, που κήρυξαν τον Χριστιανισμό στην Αρμενία. Πρόκειται για λαό ανέκαθεν προσκολλημένο στις παραδόσεις. Για την επικράτησή της χρησιμοποιούνται και βίαιες μέθοδοι. Ο ιστορικός Αγαθάγγελος, γραμματέας του Βασιλιά Τιριδάτη, καταγράφει την καταστροφή ναών και ειδώλων. Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην ισοπέδωση ναού αφιερωμένου στον Ντιρ, θεό των γραμμάτων. Αυτές οι πληροφορίες διασταυρώνονται και από τον Γκοριούν, τον Χορενατσί και άλλους χρονογράφους. Στη θέση τους χτίστηκαν εκκλησίες. Σκοπός ήταν να εκπαραθυρωθεί οτιδήποτε σχετικό με την ειδωλολατρία. Από υπερβάλλοντα ζήλο, όμως, εξαφανίστηκαν αρμενικά συγγράμματα και γραφές.
Ο Μεσρόπ, κηρύττοντας τον Χριστιανισμό στο Κογτ, διαπιστώνει ότι η απουσία γραφής αποτελεί τροχοπέδη, ώστε να μεταδοθεί στο λαό ο Λόγος του Θεού. Τα εκκλησιαστικά δρώμενα τελούνται με τη χρήση ελληνικών και ασσυριακών. Έτσι, δεν υπάρχει αμεσότητα. Σε συνάντηση με τον Πατριάρχη Σαχάκ Μπαρτέβ, γεννιέται η ιδέα για δημιουργία αρμενικού αλφαβήτου. Την ίδια άποψη υποστηρίζει και ο Βασιλιάς Βραμσαμπούχ, καθώς θεωρεί ότι δεν είναι δυνατή η ομαλή λειτουργία του κράτους χωρίς εθνική γραφή.
Για να βοηθήσει, αποκαλύπτει στον Μεσρόπ ότι κοντά στον ασσύριο επίσκοπο Δανιήλ βρίσκονται 22 σύμβολα. Για την ύπαρξη 22 αρμενικών γραμμάτων, από τα πολύ παλιά χρόνια, κάνει λόγο κι ο μεταγενέστερος χρονογράφος Βαρτάν. Στην πράξη, όμως, κρίνονται ανεπαρκή για να καλύψουν τις ανάγκες της αρμενικής γλώσσας. Είναι πλούσια σε φθόγγους και έχει πολλές διαφορετικές τοπικές διαλέκτους.
Αποφασίζεται να οργανωθεί αποστολή, σε ελληνιστικά πνευματικά κέντρα με μεγάλες βιβλιοθήκες, προς αναζήτηση γραμμάτων μέσα από τη μελέτη ξένων γραφών. Ο Μεσρόπ έχει τη στήριξη του Πατριάρχη και την αμέριστη οικονομική συμπαράσταση του βασιλιά. Στέλνει μια ομάδα μαθητών του στα Σαμόσατα κι ο ίδιος αναχωρεί με μια άλλη για την Έδεσσα (Ούρφα). Γιατί, όμως, έπρεπε να γίνει αυτή η κίνηση εκτός Αρμενίας; Ο Μαστότς ήταν ο προσωπικός μεταφραστής του βασιλιά και κάτοχος οκτώ ξένων γλωσσών. Μήπως αναζητούσε κάποιο αρμενικό βιβλίο, ώστε να μελετήσει την αντιστοίχιση γραμμάτων και φθόγγων στην αρμενική γλώσσα;
Το ιστορικό κενό καλύπτεται από τη μυθοπλασία. Ο χρονογράφος αρχιμανδρίτης Γκοριούν γράφει ότι ο Μεσρόπ είδε όνειρο με την αρμενική αλφάβητο σφυρηλατημένη σε βράχο. Και οι δύο γνώριζαν την ύπαρξη αρμενικών επιγραφών αποτυπωμένων σε βράχους. Ο Μεσρόπ, έχοντας τα 36 σύμβολα, απευθύνεται στον Έλληνα καλλιγράφο Ηροφάνο στα Σαμόσατα, ώστε να τα καλλωπίσει ελαφρώς. Όταν επιστρέφει στην πατρίδα, γίνεται δεκτός με τιμές ήρωα από τον Βασιλιά Βραμσαμπούχ, τον Πατριάρχη Άγιο Σαχάκ Μπαρτέβ και από τον αρμενικό λαό. Ακολουθεί η μετάφραση της Βίβλου. Ο 5ος αιώνας μένει στην ιστορία ως ο «Χρυσός Αιώνας των αρμενικών γραμμάτων», καθώς πλήθος βιβλίων και κειμένων γράφεται στα αρμενικά. Το 12ο αιώνα, λόγω των εξελιγμένων γλωσσικών αναγκών, θα προστεθούν τα δύο τελευταία γράμματα.
Το έργο του Αγίου Μεσρόπ Μαστότς είναι υψίστης εθνικής σημασίας για την επιβίωση του αρμενικού έθνους στο πέρασμα των αιώνων. Ο Άγγλος περιηγητής Φίλιπ Μάρσντεν, στο βιβλίο του «Αναζητώντας τους Αρμένιους σε Μέση Ανατολή, Καύκασο και Βαλκάνια», προσπαθώντας να ανακαλύψει το μυστήριο που κράτησε τους Αρμένιους ζωντανούς, πιθανολογεί ότι αυτό οφείλεται στη μοναδικότητα της γραφής τους. Συχνά αποκαλούνται ως «οι ασπίδες μας» ή «οι 38 φρουροί μας». Το 1915, στις πορείες θανάτου, οι μητέρες μάθαιναν στα παιδιά τους την αρμενική αλφάβητο, χαράζοντάς την πάνω στην καυτή άμμο της ερήμου.