Διαμεσολάβηση νέος Νόμος- Αρχείο kallitheapress
Η Διαμεσολάβηση, μία εξωδικαστική, εναλλακτική διαδικασία επίλυσης των διαφορών, από τον Οκτώβριο του 2018, καθίσταται πλέον υποχρεωτική για ορισμένες υποθέσεις.
Ο νόμος 3898/2010, ενσωματώνοντας την Οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης 2008/52/ΕΚ, εισήγαγε το θεσμό της Διαμεσολάβησης στην καθημερινότητά μας. Εδώ και οκτώ χρόνια λοιπόν, αντί της δικαστικής οδού για την επίλυση ορισμένων διαφορών μας έχουμε πλέον τη δυνατότητα εξοικονομώντας χρόνο και χρήμα να καταφύγουμε μέσω του νέου αυτού θεσμού σε μία συμβιβαστική συμφωνία με σημαντική την πιθανότητα να είναι αυτή επικερδής για αμφότερα τα διαφωνούντα μέρη.
Τι εννοούμε όταν λέμε «Διαμεσολάβηση»;
Πρόκειται για μία διαρθρωμένη διαδικασία (με συγκεκριμένα στάδια) κατά την οποία τα μέρη μίας διαφοράς επιχειρούν εκουσίως να την επιλύσουν με συμφωνία και για το λόγο αυτό απευθύνονται σε έναν ουδέτερο και αμερόληπτο τρίτο, το Διαμεσολαβητή.
Το «εκούσιο» της διαδικασίας σύμφωνα με τον ανωτέρω ορισμό συνίσταται στο ότι τα μέρη έχουν την ευθύνη για τη διαδικασία, δηλαδή να την οργανώσουν και να την ολοκληρώσουν κατά την επιθυμία τους προσδιορίζοντας εκείνα το αποτέλεσμα της διαφοράς τους.
Υπαγόμενες Διαφορές
Στη διαδικασία της Διαμεσολάβησης δύναται να υπαχθούν αστικές και εμπορικές υποθέσεις, για τις οποίες τα μέρη έχουν την εξουσία να διαθέτουν το αντικείμενο της διαφοράς τους, δηλαδή έχουν την ελευθερία να αποφασίζουν για την επίλυσή της.
Ωστόσο ενώ μέχρι σήμερα η επιλογή για την υπαγωγή στη διαδικασία αυτή ήταν δυνητική για τα μέρη, ο Νόμος 4512/2018, που δημοσιεύθηκε τον Ιανουάριο, καθιστά από τον ερχόμενο Οκτώβριο τη Διαμεσολάβηση υποχρεωτική για ορισμένες περιοριστικά απαριθμούμενες υποθέσεις.
Διαφορές που ακολουθούν υποχρεωτικά τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης
α) Διαφορές από οροφοκτησία ή αλλιώς οι λεγόμενες «γειτονικές διαφορές», που αφορούν σε οφειλόμενα κοινόχρηστα, σε θόρυβο ή οσμές ή ακόμη και κάποια κατασκευή από γειτονικό διαμέρισμα που εμποδίζει ή ενοχλεί
β) Αποζημιώσεις για υλικές ζημιές από αυτοκίνητο καθώς και απαιτήσεις από σύμβαση ασφάλισης αυτοκινήτου (εξαιρούνται αν επήλθε σωματική βλάβη ή θάνατος)
γ) Διαφορές από αμοιβές των δικηγόρων, συμβολαιογράφων, άμισθων δικαστικών επιμελητών, γιατρών, οδοντιάτρων, κτηνιάτρων, μηχανικών και χημικών διπλωματούχων, νόμιμα διορισμένων μεσιτών, διαιτητών, διαμεσολαβητών διαιτητών πραγματογνωμώνων, εκτελεστών διαθηκών, εκκαθαριστών κληρονομιάς, κηδεμόνων σχολάζουσας κληρονομιάς, μαρτύρων που εξετάστηκαν και διερμηνέων που διορίστηκαν στα δικαστήρια
δ) Οικογενειακές διαφορές, σχετικά με τη συνεισφορά ή τη διατροφή που οφείλεται από τον κάθε σύζυγο, την άσκηση της γονικής μέριμνας τέκνου καθώς και την επικοινωνία των γονέων και των λοιπών ανιόντων με το τέκνο καθώς και περιουσιακές διαφορές μεταξύ των συζύγων
ε) Απαιτήσεις αποζημίωσης ασθενών ή οικείων τους σε βάρος ιατρών κατά την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας των τελευταίων
στ) Διαφορές από προσβολή εμπορικών σημάτων, διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας, βιομηχανικών σχεδίων ή υποδειγμάτων
ζ) Διαφορές από χρηματιστηριακές συμβάσεις
[ΕΞΑΙΡΟΥΝΤΑΙ : διαφορές στις οποίες διάδικο μέρος είναι το Δημόσιο ή Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης ή νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, είτε περιπτώσεις που οι διάδικοι δικαιούνται νομική βοήθεια ή τους παρέχεται το ευεργέτημα της πενίας καθώς και οι δίκες σχετικά με την αναγκαστική εκτέλεση.]
Τι σημαίνει στην πράξη η υποχρεωτική υπαγωγή στη Διαμεσολάβηση
Οι νέες διατάξεις δεν επιβάλλουν στα μέρη «να τα βρουν μεταξύ τους» μέσω αυτής της διαδικασίας. Αυτό που αλλάζει συγκριτικά με το προγενέστερο καθεστώς για τις περιοριστικά αναφερόμενες στο νέο νόμο διαφορές είναι ότι μετά την άσκηση του ενδίκου βοηθήματος και πριν τη συζήτηση αυτού θα πρέπει, επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησης, τα μέρη να επιχειρήσουν να επιλύσουν τη διαφορά τους μέσω της Διαμεσολάβησης.
Σε περίπτωση αποτυχίας των μερών να επιλύσουν τη διαφορά τους με τη διαδικασία αυτή συντάσσεται σχετικό πρακτικό, το οποίο κάθε μέρος έχει υποχρέωση να προσκομίσει στο Δικαστήριο.
Αν το ένα μέρος δεν προσέλθει στη Διαμεσολάβηση, παρόλο που κλητεύθηκε νόμιμα (μέιλ, φαξ, συστημένη επιστολή), ο Διαμεσολαβητής συντάσσει πρακτικό και το μέρος, το οποίο προσήλθε, το προσκομίζει στο Δικαστήριο κατά τη συζήτηση της υπόθεσής του. Στην περίπτωση αυτή με την απόφαση του Δικαστηρίου μπορεί να επιβληθεί στο μέρος, που απείχε από τη διαδικασία της Διαμεσολάβησης, χρηματική ποινή από 120 έως 300 Ευρώ και επιπλέον μέχρι ποσοστού 0,2% επί του αντικειμένου της διαφοράς, ανάλογα με την έκταση της ήττας αυτού.
Η προϋπόθεση της υποχρεωτικής υπαγωγής της διαφοράς σε Διαμεσολάβηση για το παραδεκτό της συζήτησης του ενδίκου βοηθήματος καλύπτεται ακόμη και όταν τα μέρη προσέλθουν στην αρχική συνεδρία της Διαμεσολάβησης και δηλώσουν ότι διαφωνούν με τη διεξαγωγή της. Τότε ο διαμεσολαβητής συντάσσει το πρακτικό αποτυχίας και η διαδικασία στο δικαστήριο προχωράει παραδεκτά.
Ρόλος του Δικηγόρου
- Ο δικηγόρος του κάθε μέρους υποχρεούται να ενημερώσει εγγράφως τον εντολέα του για τη δυνατότητα ή την υποχρέωση υπαγωγής της διαφοράς στη διαδικασία της διαμεσολάβησης.
Το ενημερωτικό αυτό έγγραφο υπογράφεται και από τον δικηγόρο αλλά και από τον εντολέα του και κατατίθεται υποχρεωτικά μαζί με το εισαγωγικό δικόγραφο του ενδίκου βοηθήματος επί ποινή απαραδέκτου της συζήτησής του.
- Η παράσταση του δικηγόρου στη διαδικασία είναι υποχρεωτική καθώς το κάθε μέρος παρίσταται στη διαδικασία μαζί με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του.
Επιλογή Διαμεσολαβητή
Τα μέρη επιλέγουν από κοινού το διαμεσολαβητή, ο οποίος πρέπει να είναι μεταξύ των διαπιστευμένων διαμεσολαβητών του καταλόγου που τηρείται στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Αν δεν προκύπτει συμφωνία ως προς το πρόσωπο και τον τόπο διεξαγωγής της διαμεσολάβησης, αυτοί ορίζονται μετά από αίτημα οποιουδήποτε μέρους από την Κεντρική Επιτροπή Διαμεσολάβησης με αιτιολογημένη απόφαση.
Εξελίξεις τελευταίων ημερών
Προ ολίγων ημερών εκδόθηκε η μη δεσμευτικού χαρακτήρα γνωμοδότηση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου σύμφωνα με την οποία η υποχρεωτική υπαγωγή στη Διαμεσολάβηση ορισμένων υποθέσεων κρίθηκε αντισυνταγματική. Σύμφωνα με το σκεπτικό της γνωμοδότησης θίγεται ο συνταγματικά προστατευόμενος πυρήνας του δικαιώματος των πολιτών για πρόσβαση στη Δικαιοσύνη, λόγω των μεγάλων δαπανών, που απαιτεί η ιδιωτική Διαμεσολάβηση για τον μέσο πολίτη και μάλιστα εν μέσω οικονομικής κρίσης. Με τη θέση αυτή συντάσσονται η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων αλλά και Δικηγορικοί Σύλλογοι πανελληνίως.
Από την άλλη πλευρά ο Σύνδεσμος Ελλήνων Διαμεσολαβητών τάσσεται υπέρ της υποχρεωτικότητας της υπαγωγής στον εν λόγω θεσμό επισημαίνοντας πως το μέτρο αυτό έχει κριθεί συνταγματικό από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Τονίζει μάλιστα πως είναι προφανές το κοινωνικό όφελος από την εφαρμογή της διάταξης καθώς θα συντείνει στην επιτάχυνση της απονομής της δικαιοσύνης και στην αποσυμφόρηση των δικαστηρίων από σωρεία όγκου υποθέσεων.
Η Κυβέρνηση ωστόσο δεν φαίνεται να υποχωρεί στη θέση της από την επίμαχη ρύθμιση. Εξετάζει όμως ενδεχόμενα διευκόλυνσης όπως τη μη υποχρεωτική παράσταση των δικηγόρων στη διαδικασία, κάτι που θα μειώσει το κόστος προσφυγής των πολιτών στον εν λόγω θεσμό.
Πολίτες, δικαστές, δικηγόροι και διαμεσολαβητές βρισκόμαστε όλοι εν αναμονή των εξελίξεων ώστε να προσαρμοστούμε στα νέα δεδομένα για την επίλυση των ανακυπτόντων διαφορών.